3/13/2012

Πλαστών συνέχεια...

ΠOΛITIΣMOΣ Hμερομηνία δημοσίευσης: 01-02-12 Το δικαστήριο κρίνει έργα Παρθένη, αξίας 1,6 εκατ. ευρώ Της Μαργαριτας Πουρναρα Στις 13 Απριλίου 2008 η «Κ» δημοσίευσε ένα άρθρο για τη «φούσκα» των τιμών στις δημοπρασίες ελληνικού ενδιαφέροντος του Λονδίνου, αλλά και για τους συλλέκτες που αγόραζαν έργα «σαν γουρούνι στο σακί», καθώς οι οίκοι τα βγάζουν στο σφυρί με την πεποίθηση ότι είναι αληθινά αλλά το βάρος της απόδειξης πέφτει στους ώμους των νέων ιδιοκτητών τους. Τρία χρόνια αργότερα, η ελληνική Δικαιοσύνη καλείται να αποφασίσει για τη γνησιότητα δύο έργων του Κωνσταντίνου Παρθένη που πωλήθηκαν σε Greek Sales των Sotheby’s, ύστερα από αγωγή εναντίον των εκπροσώπων του οίκου, Κωνσταντίνου Φράγκου και Αλεξάντερ Ράσελ από τον αγοραστή των πινάκων, εφοπλιστή και συλλέκτη, Διαμαντή Διαμαντίδη, ο οποίος ισχυρίζεται ότι διαθέτει επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν την πλαστότητά τους. Η υπόθεση εκδικάστηκε στις 26 Ιανουαρίου από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και ο κ. Διαμαντίδης, διεκδικεί συνολική αποζημίωση της τάξεως των 2.159.000. ευρώ. Κατά την εκδίκαση προέκυψε ότι ιδιοκτήτες των έργων ήταν ο γκαλερίστας Ευστράτιος Φωτόπουλος, με συνεχές και ηχηρό «παρών» σε όλα τα Greek Sales και ο ιστορικός της τέχνης Δημήτρης Παλαιοκρασσάς, ο οποίος σήμερα είναι σύμβουλος του συλλέκτη και προέδρου του ΣΕΒ, Δημήτρη Δασκαλόπουλου. Στο παρελθόν, ο γκαλερίστας ενεπλάκη σε μια άλλη υπόθεση πλαστών έργων του Ακριθάκη που δεν έφτασε ποτέ στη Δικαιοσύνη, αλλά απετέλεσε αιτία να αποχωρήσουν από τον Σύλλογο Παλαιοπωλών διακεκριμένα μέλη του, καταγγέλλοντας τον Φωτόπουλο. Τα επίδικα έργα είναι η «Παναγία και το Βρέφος», που πωλήθηκε από τους Sotheby’s αντί 950.000 ευρώ τον Νοέμβριο του 2007 σε τιμή-ρεκόρ για τον καλλιτέχνη, και το «Νεκρή Φύση μπροστά από την Ακρόπολη», που βγήκε στο σφυρί, από τον ίδιο οίκο, τον Νοέμβριο του 2006 και αγοράστηκε από τον εφοπλιστή αντί 674.500 ευρώ. Στην ίδια δημοπρασία, η Εθνική Τράπεζα αγόρασε άλλο έργο του Παρθένη, με τίτλο «Πειθαρχία», ενώ πολλοί πίνακες του καλλιτέχνη είχαν βγει την ίδια περίοδο σε διεθνείς πλειστηριασμούς στο Λονδίνο. Ο Διαμαντίδης, παρακινούμενος από φίλους του που εξέφρασαν φόβους ότι τα έργα είναι πλαστά, κατέφυγε σε ειδικούς για να διακριβώσει την αυθεντικότητά τους. Τα έργα εξετάστηκαν από την ερευνητική ομάδα Artgnomon καθώς και τις ιστορικούς τέχνης Θάλεια Οικονόμου και Νίκη Πατσουράκη, που τον διαβεβαίωσαν ότι τα έργα είναι πλαστά. Την ίδια άποψη είχε και η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Ολγα Μετζαφού - Πολύζου, που κλήθηκε να εξετάσει τα επίδικα έργα, καθώς το δικαστήριο ζήτησε από την Εθνική Πινακοθήκη να διενεργήσει πραγματογνωμοσύνη ως ο καθ’ ύλην αρμόδιος φορέας. Οι άνωθεν εμπειρογνώμονες διερεύνησαν την προέλευση, εξέτασαν το ύφος των έργων, ενώ έγιναν και εργαστηριακές αναλύσεις. «Κλειδί» η διαθήκη Υπέρ της αυθεντικότητας των έργων κατέθεσε ο επίκουρος καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης Μάνος Στεφανίδης, ο οποίος τα χαρακτήρισε έργα μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας και τμήμα της κληρονομιάς του υιού του καλλιτέχνη Νίκου Παρθένη. Εκεί ακριβώς βρίσκεται το κλειδί της υπόθεσης, καθώς ο τελευταίος ισχυρισμός για την κληρονομιά τίθεται εν αμφιβόλω από τις ιστορικούς τέχνης και τον νομικό σύμβουλο της Πινακοθήκης Γιώργο Οικονομόπουλο. Μετά τον θάνατο του Κ. Παρθένη,το 1967, δύο δικηγόροι, ο Γιάννης Μπρίνιας και ο Ντίμης Δημητριάδης φρόντισαν να μοιραστούν ακριβοδίκαια τα έργα στα δύο παιδιά, τον Νικόλαο και τη Σοφία. Εγινε απογραφή το 1968 και συμβολαιογραφική πράξη από τη συμβολαιογράφο Π. Γιαννακάκου για όλα τα έργα που βρίσκονταν στην κατοχή του ζωγράφου. Η Σοφία παραχώρησε αργότερα το δικό της μερίδιο ως δωρεά στην Πινακοθήκη. Ο Νικόλαος, που πέθανε άκληρος το 1999 παραχώρησε, ό,τι απέμεινε από το δικό του μερίδιο, σε τέσσερις κληρονόμους, ανάμεσα στους οποίους η φιλιππινέζικης καταγωγής οικιακή βοηθός του Αλμα Ερλάνο. Η τελευταία φέρεται να έχει πουλήσει τα δύο επίδικα έργα στον συλλέκτη Βασίλη Παπαθανασίου, από τον οποίον αργότερα τα αγόρασαν οι Παλαιοκρασσάς και Φωτόπουλος. Η πλευρά Διαμαντίδη ισχυρίζεται ότι τα δύο επίδικα έργα δεν υπάρχουν ούτε στον κατάλογο του 1968 (απογραφή Γιαννακάκου) ούτε σ’ εκείνον του 1999 (απογραφή συμβολαιογράφου Βουδούρη μετά τον θάνατον του Ν. Παρθένη), ενώ ο Μάνος Στεφανίδης κατέθεσε ότι εντόπισε τα έργα στη λίστα του 1968 που υπάρχει ως επίσημο έγγραφο στα αρχεία της Πινακοθήκης. Το δικαστήριο θα εξετάσει τα επιχειρήματα των δύο πλευρών και θα βγάλει την απόφαση ύστερα από μερικούς μήνες.

Μήλον της έριδος ο Παρθένης σε δικαστική διαμάχη…

της Μαρίας Τσιλιμιδού Είναι από τις λίγες φορές που μία υπόθεση αμφισβήτησης της γνησιότητας έργων τέχνης όχι μόνο έρχεται στο φως της δημοσιότητας, αλλά καταλήγει στις δικαστικές αίθουσες. Συνήθως τα θύματα, σοβαροί και επιτυχημένοι επιχειρηματίες, δεν θέλουν να γίνει γνωστό ότι εξαπατήθηκαν από κάποιον έμπορο που τους πούλησε… φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Αρκούνται σ’ έναν εν κρυπτώ συμβιβασμό, παίρνοντας τα χρήματά τους πίσω και επιστρέφοντας τα έργα στους πωλητές τους, χωρίς να προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη επιζητώντας την ποινική δίωξή τους. Τα έξοδα και η πολυετής δικαστική διαμάχη που μπορεί να φθάσει τα 10 ή 15 χρόνια είναι επίσης σοβαροί αποτρεπτικοί παράγοντες. Ε όχι κι απ’ τους Sotheby’s! Όταν όμως θεωρούν πως εξαπατώνται από έναν διεθνούς φήμης, έγκριτο και ευυπόληπτο οίκο δημοπρασιών, όπως είναι οι Sotheby’s, τότε δεν διστάζουν να το τραβήξουν στα άκρα προκειμένου να δικαιωθούν. Όπως και να το κάνουμε, η ηθική βλάβη που έχει υποστεί το γόητρό τους μετριάζεται από το κύρος και την πολύχρονη παρουσία ενός οίκου στο χώρο της δευτερογενούς αγοράς τέχνης. Είναι μάλιστα η πρώτη φορά που το δικαστήριο υποχρεώνει τη διευθύντρια των Συλλογών της Εθνικής Πινακοθήκης να εκδώσει πραγματογνωμοσύνη επί της πλαστότητας ή μη των επίδικων έργων, ενεργοποιώντας σχετικό νόμο του 2002, διότι πάγια πολιτική του μουσείου είναι να μην εμπλέκεται σε τέτοιες υποθέσεις. Ας ξετυλίξουμε το νήμα Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή… Τον Νοέμβριο του 2006 ο εφοπλιστής Διαμαντής Διαμαντίδης αγόρασε από τους Sotheby’s το έργο του Κωνσταντίνου Παρθένη «Νεκρή φύση μπροστά από την Ακρόπολη» για 674.517 ευρώ και έναν χρόνο αργότερα τον πίνακα «Παναγία και Βρέφος» του ίδιου καλλιτέχνη για 950.875 ευρώ. Το τελευταίο, μάλιστα, κοσμούσε και το εξώφυλλο του καταλόγου του συγκεκριμένου Greek Sale, ενώ παρουσιάζονταν ως έργα υψίστης σημασίας, χαρακτηριστικά της εικαστικής γραφής του ζωγράφου. Έκπληκτος, λίγο καιρό αργότερα, ενώ επιδείκνυε με υπερηφάνεια κι ενθουσιασμό τα καινούργια του αποκτήματα σε κοινωνική συνάθροιση στο σπίτι του, πληροφορήθηκε από ανθρώπους του χώρου ότι πρόκειται για έργα πλαστά. Απευθύνθηκε σε ιστορικούς τέχνης -μεταξύ των οποίων και στην Θάλεια Οικονόμου- και εμπειρογνώμονες, τα πορίσματα των οποίων επιβεβαίωσαν τους φόβους του. Στη συνέχεια ο επιχειρηματίας και συλλέκτης κατέθεσε αγωγή εναντίον των Sotheby’s και των εκπροσώπων του οίκου, Κωνσταντίνου Φράγκου και Alexander Russell, διεκδικώντας το σύνολο των χρημάτων που έδωσε και για τα δύο έργα συν μισό εκατομμύριο ευρώ για ηθική βλάβη. Η συνολική αποζημίωση που αξιώνει αγγίζει τα 2.160.000 ευρώ. Και επειδή οι δικαστές δεν έχουν και μεγάλη εμπειρία σε ανάλογες υποθέσεις, διέταξαν τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, ώστε ν’ αποφανθούν οι ειδικοί επί του θέματος. Πλαστά λέει η Εθνική Πινακοθήκη Υπέρ της πλαστότητας τάχθηκε σύσσωμο το επιτελείο της Εθνικής Πινακοθήκης, ενώ υπέρ της γνησιότητας ο ιστορικός τέχνης και επίκουρος καθηγητής Μάνος Στεφανίδης. Η υπόθεση εκδικάστηκε πριν από λίγες ημέρες (26.1) στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και η απόφαση αναμένεται τους επόμενους έξι με οκτώ μήνες. Έχει ενδιαφέρον να σταθούμε σε κάποια απ’ όσα διαδραματίστηκαν εντός της δικαστικής αίθουσας κατά την πεντάωρη ακροαματική διαδικασία. Υπέρ λοιπόν της πλευράς Διαμαντίδη προσκομίστηκαν οι πραγματογνωμοσύνες της ερευνητικής ομάδας Artgnomon και της Εθνικής Πινακοθήκης, την οποία υπέγραφαν η διευθύντρια των συλλογών του μουσείου Όλγα Μεντζαφού-Πολύζου, συνεπικουρούμενη από τις επιμελήτριες Έφη Αγαθονίκου, Ζήνα Καλούδη και στελέχη του τμήματος συντήρησης, υπό τη διεύθυνση του Μιχάλη Δουλγερίδη. Σύμφωνα με την τεχνική ανάλυση των χρωμάτων που εκπόνησε η Artgnomon, οι αμφισβητούμενοι πίνακες φέρουν ρουτίλιο, τιτάνιο, λιθοπόνιο και μαγνήσιο, υλικά που ανακαλύφθηκαν και διαδόθηκαν στην ευρωπαϊκή αγορά μετά τη δεκαετία του ’50, ενώ η αρχική χρονολόγηση της αντίδικης πλευράς τοποθετεί τα επίμαχα έργα στη δεκαετία του ’30. Η άποψη του νομικού συμβούλου της Πινακοθήκης Στην ογκωδέστατη πραγματογνωμοσύνη της, η κ. Μεντζαφού αναφέρει μία σειρά γεγονότων εκ των οποίων τεκμαίρεται, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία όπως υποστηρίζει, η πλαστότητά τους. Αξίζει ν’ αναφέρουμε κάποια εξ αυτών, όπως μας τα εξέθεσε ο νομικός σύμβουλος της Εθνικής Πινακοθήκης, Γιώργος Οικονομόπουλος, ο οποίος ανέλαβε και την νομική τεκμηρίωση της έκθεσης. «Και τα δύο έργα που φέρονται ως δημιουργίες του Κωνσταντίνου Παρθένη είναι πλαστά κι έχουν γίνει κατ’ απομίμηση της γραφής του καλλιτέχνη. Είναι μάλιστα βασισμένα πάνω σε δύο έργα που ανήκουν στις συλλογές της Πινακοθήκης, αλλά με κάποιες παραλλαγές για να φαίνονται διαφορετικά. Στο ημερολόγιο που είχε εκδώσει η Εθνική Πινακοθήκη το 2002 είχε δημοσιεύσει σε μεγέθυνση μια λεπτομέρεια του πίνακα «Παναγία με Χριστό», κάνοντας ζουμ στο ενδιαφέρον μέρος της σύνθεσης και κόβοντας κυρίως το κάτω μέρος. Οι πλαστογράφοι, όπως συμπεραίνει η Πινακοθήκη, αντέγραψαν τη λεπτομέρεια αυτή, γι’ αυτό και το πλαστό έχει αφύσικο αποτέλεσμα, δηλαδή ο Χριστός εμφανίζεται χωρίς πόδια, η Παναγία χωρίς μπούστο κ.λπ. Επιπλέον, το 2002, ήταν η πρώτη φορά που έβγαινε στο φως το συγκεκριμένο έργο, καθώς ποτέ μέχρι τότε δεν είχε εκτεθεί, αλλά παρέμενε στις αποθήκες του Ιδρύματος. Ο πίνακας «Νεκρή φύση μπροστά από την Ακρόπολη» εμφανίστηκε για πρώτη φορά, το 1999, στο πλαίσιο του εορτασμού για τα 100 χρόνια λειτουργίας του μουσείου. Το δεύτερο μέρος της έρευνας αφορά την προέλευσή τους. Και τα δύο έργα της Πινακοθήκης ανήκαν στην κόρη του Κωνσταντίνου Παρθένη, Σοφία, η οποία τα είχε δωρίσει στο μουσείο το 1982 μαζί με όλο το μερίδιό της από την κληρονομιά του πατέρα της (σ.σ.: όταν πέθανε ο Κωνσταντίνος Παρθένης, το 1967, το σπίτι του σφραγίστηκε. Η αποσφράγιση και η απογραφή έγινε τον επόμενο χρόνο από τη συμβολαιογράφο Παναγιώτα Γιαννακάκου. Τα μισά έργα πήρε η κόρη του Σοφία και τα άλλα μισά ο γιος του Νικόλαος.] Τι ισχυρίζεται ο Μάνος Στεφανίδης Στην πραγματογνωμοσύνη του, ο Μάνος Στεφανίδης αναφέρει ότι διαπίστωσε από πλευράς ιδιοκτησίας πως τα έργα ανήκαν στην κληρονομιά Νικολάου Παρθένη, και από εκεί κατέληξαν στους Sotheby’s μέσα από δύο ενδιάμεσους ιδιοκτήτες, τον γκαλερίστα Στράτο Φωτόπουλο και τον εκτιμητή έργων τέχνης και σύμβουλο επενδύσεων Δημήτρη Παλαιοκρασσά. Σε καμία όμως από τις απογραφές -οι οποίες ως συμβολαιογραφικές κατατεθειμένες πράξεις δεν επιδέχονται καμίας αλλοίωσης ή αμφισβήτησης- δεν αναφέρονται. Ούτε του ’68, ούτε του ’99, όταν πέθανε πια ο Νίκος Παρθένης και περιήλθαν στην κατοχή των τεσσάρων κληρονόμων του. Μία εξ αυτών ήταν η Φιλιππινέζα Έλμα Ερλάνο που φέρεται να πούλησε στον συλλέκτη Βασίλη Παπαθανασίου, από τον οποίο αργότερα τα αγόρασαν οι κ. Φωτόπουλος και Παλαιοκρασσάς». Το Σωματείο Αρχαιοπωλών Πριν από μερικά χρόνια, το Σωματείο Αρχαιοπωλών είχε επιβάλει στον γκαλερίστα Στράτο Φωτόπουλο ποινή παύσης τριών μηνών για διακίνηση πλαστών πινάκων του Αλέξη Ακριθάκη. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος είχαν παραιτηθεί τότε αρκετά έγκριτα μέλη του σωματείου. Όπως συνεχίζει ο κ. Οικονομόπουλος: «Η κ. Ερλάνο αναφέρει ότι πλήρωσε και φόρο κληρονομιάς. Στην έρευνα που έκανα στην εφορία, ζητώντας τα σχετικά αντίγραφα, ούτε εκεί υπάρχει καμία αναφορά. Αντιθέτως, τα δύο έργα που έχει στην κατοχή της η Πινακοθήκη έχουν μια παρουσία μέσα στον χρόνο, είχαν εκτεθεί στην αναδρομική έκθεση του καλλιτέχνη που διοργανώθηκε το 1938 από την ελληνική κυβέρνηση στην 21η Μπιενάλε της Βενετίας, υπάρχει φωτογραφικό ντοκουμέντο που εικονίζει τον ζωγράφο στο εργαστήριό του μπροστά από τα δύο αναρτημένα στον τοίχο έργα, έχουν δημοσιευθεί σε εγκυκλοπαιδικά λεξικά και φυσικά αναφέρονται στην απογραφή του 1968». Στο σημείο αυτό παραθέτουμε αυτούσιο το κείμενο της κ. Μεντζαφού: «Στην έρευνα που διεξήγαγα για την τεκμηρίωση των έργων της συλλογής Διαμαντίδη, δεν βρήκα καμία αναφορά ή κάποια στοιχείο που να πιστοποιεί την ύπαρξή τους σε καλλιτεχνική δραστηριότητα του ζωγράφου, ούτε σε κάποια γνωστή συλλογή. Τα έργα του Παρθένη, τα οποία πουλούσε πάντα ακριβά, τα αγόραζαν συλλέκτες που ανήκαν στη μεγαλοαστική τάξη της Αθήνας και του εξωτερικού, επομένως η προέλευση ενός έργου χωρίς από μόνη της να τεκμηριώνει την αυθεντικότητά του ή μη λαμβάνεται εντούτοις σοβαρά υπόψη από τον ιστορικό τέχνης». Υπήρχαν άφαντα έργα; «Τα έργα πουλήθηκαν από τους Sotheby’s ως δημιουργίες της δεκαετίας του ’30. Μα υπάρχουν επί 80 χρόνια άφαντα έργα;», αναρωτιέται ο κ. Οικονομόπουλος, ο οποίος μας επισημαίνει και κάτι ακόμη. «Ο Μάνος Στεφανίδης επικαλείται την υπογραφή της Παναγιώτας Γιαννακάκου, την οποία όμως αναφέρει ως Γ. Πεππά. Τι σημαίνει αυτό; Ότι προφανώς δεν γνώριζε καν το όνομά της και έτσι ερμήνευσε την υπογραφή της. Για να φανταστείτε επιπολαιότητα… Ισχυρίζεται, επίσης, ότι το έργο με την Παναγία που δημοπράτησαν οι Sotheby’s είναι σαφώς εικαστικά πληρέστερο και αρτιότερο από εκείνο της Πινακοθήκης. Κατά τη γνώμη μου, πάντως, μπορεί και ο οίκος να έχει εξαπατηθεί. Εισπράττει, όμως, τόσα χρήματα και δεν οφείλει να ερευνήσει την προέλευση; Το μοναδικό κριτήριο της αξίας ενός έργου είναι η γνησιότητά του. Στον κατάλογο δεν έλεγαν έργο που αποδίδεται στον Παρθένη. Έλεγαν έργο του Παρθένη και μάλιστα το συνόδευαν με εκτενή κείμενα και διθυραμβικά σχόλια». Η επιστολή του Άγγελου Δεληβοριά Τη δική της σημασία έχει η φιλική επιστολή που είχε στείλει ο ιστορικός τέχνης και διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Άγγελος Δεληβοριάς στον Διαμαντή Διαμαντίδη, σε ανύποπτο χρόνο, το 2010. Σε αυτήν ο έμπειρος γνώστης της νεοελληνικής τέχνης αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Δεν νομίζω ότι υπάρχει αμφιβολία ότι η “Παναγία με το Θείο Βρέφος” είναι ούτως ή άλλως μία αδύναμη, μέτρια και από κάθε άποψη ύποπτη δημιουργία. Μία δημιουργία που δεν θα μπορούσε κατά κανένα τρόπο να συγκριθεί με κάποια από τις γνωστές, ανάλογες συνθέσεις του ζωγράφου (…). Δυστυχώς στο έργο “Νεκρή Φύση μπροστά από την Ακρόπολη” γίνεται προσπάθεια μίμησης του καλλιτεχνικού ιδιώματος του Παρθένη με συρραφή ζωγραφικών στοιχείων από άλλα έργα του και ιδιαίτερα από το έργο του “Νεκρή φύση με Ακρόπολη στο βάθος», που ανήκει στις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης. Θα υποχρεωθώ επομένως να επαναλάβω και σε σας κάτι που έχω τονίσει επανειλημμένα με άλλες αφορμές, ότι ο Παρθένης ανήκει στους ζωγράφους εκείνους που μαγνήτισαν από νωρίς το ενδιαφέρον της αγοράς όπως μαγνήτισαν εξάλλου και όσους φροντίζουν συστηματικά να την τροφοδοτούν με πλαστά έργα. Θα ήταν δηλαδή προτιμότερο να είχατε προσφύγει στις απόψεις μου πριν καταλήξετε οριστικά στην απόφαση ν’ αποκτήσετε οπωσδήποτε τους δύο πίνακες. Θα σας συμβούλευα επιπλέον όποτε μελλοντικά αποφασίσετε εκ νέου την απόκτηση κάποιου έργου είτε με άμεση αγορά είτε από δημοπρασία, να προσφύγετε εγκαίρως στην έγκριτη γνώμη ενός ειδικού, στις αναμφίβολα αυθεντικές δημιουργίες της Εθνικής Πινακοθήκης και στον υπεύθυνο εξαντλητικό έλεγχο των ληξιαρχικών πράξεων της προέλευσής του». Στα χέρια της Δικαιοσύνης Από την πλευρά του ο Μάνος Στεφανίδης δεν επιθυμεί να μας μιλήσει εκτενώς για την υπόθεση, από τη στιγμή που, όπως λέει, βρίσκεται στα χέρια της Δικαιοσύνης. «Προσωπικά, έχω επανειλημμένα συγκρουστεί με τους πλαστογράφους κι έχω προβεί σε ουκ ολίγες καταγγελίες πλαστών έργων Παρθένη, Τσαρούχη, Τέτση κ.ά. Για τα δύο επίδικα έργα δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία. Τα είδα, τα εξέτασα, ερεύνησα το ιστορικό τους και έχω περιγράψει αναλυτικά τα συμπεράσματά μου στη πραγματογνωμοσύνη που μου ανέθεσε το δικαστήριο. Προς το παρόν το κείμενο είναι απόρρητο. Κακώς δίνει κομμάτια η άλλη πλευρά. Λένε, μεταξύ άλλων, ότι τα καινούργια καρφιά πρόδωσαν τον πλαστογράφο. Αφού τα έργα μεταφέρθηκαν πρόσφατα σε καινούργιο καμβά και νέο πλαίσιο από τον καθηγητή συντήρησης κ. Κουτσουρή προκειμένου να πωληθούν… Θα ήθελα, όμως, να ξέρω οι άλλοι, που έχουν άποψη, ποιο πλαστό έργο έχουν καταγγείλει στη ζωή τους; Μήπως τους πλαστούς Πανταζήδες, που τους συμπεριέλαβαν στην έκθεση και τη μεγάλη έκδοση του Πανταζή; Τον Διαμαντίδη δεν τον γνωρίζω, εκτιμώ ότι είναι συλλέκτης και αγαπά την τέχνη αλλά πριν αγοράσει θα έπρεπε να είχε ελέγξει, ειδικά αφού ήταν διατεθειμένος να δώσει ένα τόσο υψηλό χρηματικό ποσό. «Πλακάκια» με τους Sotheby’s; Εν πάση περιπτώσει, αφού έχει αμφιβολίες έκανε πολύ καλά που προσέφυγε στην ελληνική Δικαιοσύνη, η οποία έχει τους τρόπους και τα μέσα να βγάλει μια απόφαση. Με κατηγορούν ότι μαζί με τους Sotheby’s έχουμε κάνει συμμορία. Μα εγώ έχω ζητήσει περαιτέρω ανάλυση των έργων και γραφολογική εξέταση της υπογραφής, κάτι που η πλευρά Διαμαντίδη δεν το θέλει και δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί. Αν τα έργα είναι πλαστά, τότε και η υπογραφή θ’ αποδειχθεί πλαστή. Για ποιο λόγο, λοιπόν, όλη αυτή η φασαρία και η δημοσιότητα; Γίνεται μία κατευθυνόμενη εκστρατεία να προβληθούν τα έργα ως πλαστά για να επηρεαστεί η Δικαιοσύνη, η οποία όμως απρόσκοπτα και αμερόληπτα πρέπει να κάνει τη δουλειά της. Ίσως ο συλλέκτης να μετάνιωσε για τα χρήματα που έδωσε, αντιλαμβανόμενος ότι με 1,7 εκατ. ευρώ αγόραζε Πικάσο. Πάντως, και τα δύο έργα είναι καταγεγραμμένα στην απογραφή του υιού Παρθένη και αυτό φαίνεται από τα έγγραφα που έχω εντοπίσει και υποβάλει. Μην προτρέχουμε της Δικαιοσύνης. Το δικό μου κριτήριο, προκειμένου ν’ αποφανθώ για τη γνησιότητα ή μη ενός έργου, είναι πάνω απ’ όλα αισθητικό, καλλιτεχνικό. Για μένα, λοιπόν, οι δύο συγκεκριμένοι πίνακες είναι πολύ καλά ζωγραφισμένοι κι έχουν σαφέστατα στοιχεία παλαιότητας. Δεν υπάρχουν πλαστογράφοι που να κάνουν τέτοια έργα». Η ιστορικός τέχνης Νίκη Πατσουράκη Στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας εξετάστηκε και η ιστορικός τέχνης Νίκη Πατσουράκη, η οποία επίσης κατέθεσε υπέρ της πλαστότητας των έργων. Οι Sotheby’s υποστήριξαν ενώπιον του δικαστηρίου πως ο οίκος δεν έχει την υποχρέωση να ελέγχει τη γνησιότητα του έργου και επομένως δεν τη βεβαιώνει. Σε επικοινωνία μας με τον Matthew Weigman, όταν ρωτήσαμε εάν τέτοιες υποθέσεις, εφόσον δημοσιοποιούνται, μπορούν να πλήξουν το κύρος ενός οίκου, αρκέστηκε να μας πει πως δεν απαντά σε… υποθετικές ερωτήσεις. Την ίδια (μη) απάντηση λάβαμε και στην ερώτηση εάν το δικαστήριο αποφανθεί ότι οι πίνακες δεν είναι γνήσιοι, πώς προτίθεται να κινηθεί ο οίκος, αν π.χ. ασκήσει έφεση ή προτιμήσει ν’ αποζημιώσει τον κ. Διαμαντίδη. Τουλάχιστον αυτή ήταν, πράγματι, υποθετική ερώτηση αλλά για μια όχι τόσο υποθετική έκβαση… Όπως καθόλου υποθετικά δεν είναι και τα χρήματα που εισπράττει ως προμήθεια ο οίκος από τις αγοραπωλησίες των έργων. «Εσείς γνωρίζετε κάποιον που θα έδινε 1,7 εκατ. ευρώ για ν’ αγοράσει κάτι που μπορεί να είναι πλαστό;», ρωτά ο Γιώργος Οικονομόπουλος. Στη σχεδόν τριαντάχρονη επαγγελματική του διαδρομή έχει χειριστεί εκατοντάδες υποθέσεις πλαστογραφίας, για ποσά από 3.000 έως 500.000 ευρώ. Στην πλειοψηφία τους αφορούν καλλιτέχνες που δεν ζουν πια και το έργο τους δεν υποστηρίζεται από κάποιο ίδρυμα. Ανάμεσα στους πιο εμπορικούς άρα και στους πιο συχνά πλαστογραφημένους είναι οι Γύζης, Λύτρας, Ιακωβίδης, Παρθένης, Βολανάκης, Μαλέας, Παπαλουκάς, Γκίκας, Μόραλης, Βασιλείου, Γαΐτης, Εγγονόπουλος. Από τον ύποπτο κατάλογο, όμως, δεν λείπουν και ονόματα ζώντων, όπως ο Φασιανός, ο Μυταράς, ο Τέτσης. Σύμφωνα με τον έμπειρο δικηγόρο: «Τα πλαστά έργα που διακινούνται είναι περισσότερα από τα γνήσια και όσο πιο μεγάλη είναι η άγνοια του αγοραστή τόσο πιο απύθμενο είναι και το θράσος του πωλητή».

Πλαστα εργα τέχνης 5 με ηχηρά ονόματα...

Για πρώτη φορά ελληνικό δικαστήριο καλείται ουσιαστικά με την απόφασή του να δώσει πιστοποιητικό γνησιότητας ή πλαστότητας για δύο έργα τέχνης που αποδίδονται στον μεγάλο έλληνα ζωγράφο Κωνσταντίνο Παρθένη, δημοπρατήθηκαν από τον γνωστό βρετανικό οίκο Sotheby's και αγοράστηκαν από τον εφοπλιστή Διαμαντή Διαμαντίδη έναντι σχεδόν 1,7 εκατ. ευρώ. Οσα ακούστηκαν στην πεντάωρη διαδικασία που διεξήχθη προχθές στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πρώτη ύλη για σενάριο. Η πραγματική ιστορία όμως προπορεύτηκε της τέχνης και έτσι η υπόθεση αντί να προβληθεί σε κινηματογραφική αίθουσα έφτασε στις αίθουσες των δικαστηρίων. Αφορμή αποτέλεσε η αγωγή που έχει καταθέσει ο εφοπλιστής Δ. Διαμαντίδης όταν διαπίστωσε, μέσω φίλων του και με τη συνδρομή ειδικών, ότι οι πίνακες ζωγραφικής του Κ. Παρθένη, που είχε αποκτήσει από τον οίκο Sotheby's, δεν ήταν γνήσιοι. Ο αγοραστής των δύο έργων τέχνης, με τίτλους «Παναγία και το Βρέφος» και «Νεκρή φύση μπροστά από την Ακρόπολη» στρέφεται δικαστικά κατά των νομίμων εκπροσώπων του οίκου δημοπρασιών αλλά και των εντεταλμένων στελεχών του, Κωνσταντίνου Φράγκου και Alexander Russell, διεκδικώντας συνολική αποζημίωση 2.159.038,20 ευρώ. Ο κ. Διαμαντίδης, όπως περιγράφει στην πολυσέλιδη αγωγή του, πείστηκε από τους εναγόμενους να αγοράσει τον Νοέμβριο του 2007 του έργο του ζωγράφου Κ. Παρθένη «Παναγία και το Βρέφος», το οποίο μάλιστα λόγω της σημαντικής καλλιτεχνικής του αξίας κοσμούσε το εξώφυλλο στον κατάλογο του οίκου δημοπρασιών. Τον Ιανουάριο του 2008 ο εφοπλιστής παρέλαβε στην Αθήνα το νέο του απόκτημα. «Περί τα μέσα Μαρτίου του 2008 - συνεχίζει στην αγωγή του ο κ. Διαμαντίδης - και λόγω του ενθουσιασμού μου, που είχα αγοράσει ένα σημαντικό έργο του Κ. Παρθένη, το επέδειξα σε συνάθροιση στο σπίτι μου, σε φίλους μου συλλέκτες και ασχολούμενους με την τέχνη, τους οποίους έκπληκτος άκουσα να μου λένε ότι το έργο είναι οφθαλμοφανώς πλαστό!». Τότε άρχισε να αμφιβάλλει και για την αυθεντικότητα ενός άλλου πίνακα του ίδιου καλλιτέχνη τον οποίο είχε αγοράσει το 2006. Απευθύνθηκε σε ειδικούς και ξεκίνησε έρευνα για να διαπιστώσει αν τα έργα που είχε αγοράσει ήταν ή όχι γνήσια. Απευθύνθηκε στην ερευνητική ομάδα με την επωνυμία artgnomon, αλλά και στην έγκριτη ιστορικό της τέχνης Θάλεια Οικονόμου, η οποία διαπίστωσε ότι «οι δύο προαναφερόμενοι πίνακες ήταν πασιφανώς πλαστοί και ότι έχουν κατασκευαστεί εντελώς πρόσφατα». Οταν πλέον πείστηκε ότι τα έργα τέχνης που είχε στη συλλογή του δεν ήταν γνήσια, προσέφυγε στη Δικαιοσύνη. Για την πλήρη διερεύνηση της υπόθεσης το δικαστήριο διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης με στόχο μέσα από το πρίσμα των ειδικών να αποδειχθεί αν πράγματι οι επίδικοι πίνακες ζωγραφικής είχαν δημιουργηθεί ή όχι διά χειρός του εγνωσμένης φήμης καλλιτέχνη Κ. Παρθένη. Η Εθνική Πινακοθήκη, μέσω της ιστορικού τέχνης Ολγας Μεντζαφού - Πολύζου, αποφάνθηκε οριστικά ότι και τα δύο έργα είναι πλαστά, κατασκευάστηκαν πρόσφατα από άγνωστο ζωγράφο κατ' απομίμηση της γραφής του καλλιτέχνη. Στο αντίποδα ήρθε η γνωμάτευση του κ. Μάνου Στεφανίδη, επίκουρου καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης, ο οποίος αποφαίνεται υπέρ της γνησιότητας των έργων. Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ. Σε ανύποπτο χρόνο, όμως, ο κ. Διαμαντίδης είχε στα χέρια του ένα ακόμα στοιχείο που συνηγορούσε υπέρ της αμφισβήτησης της γνησιότητας των δύο συγκεκριμένων έργων στα οποία είχε επενδύσει. Ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Αγγελος Δεληβορριάς, υπό την ιδιότητά του ως ιστορικός τέχνης και μάλιστα ως γνώστης της νεοελληνικής καλλιτεχνικής παραγωγής, με επιστολή του διαβεβαιώνει τον κ. Διαμαντίδη σχετικά με τους επίδικους πίνακες ότι «διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις για την αυθεντικότητά τους». Στον επίλογο της επιστολής του μάλιστα επισημαίνει ότι «ο Παρθένης ανήκει στους ζωγράφους εκείνους οι οποίοι μαγνήτισαν από νωρίς το ενδιαφέρον της αγοράς, όπως μαγνήτισαν εξάλλου και όσους φροντίζουν συστηματικά να την τροφοδοτούν με πλαστά έργα». Οταν έφτασε η ώρα να κριθεί η υπόθεση, οι δικαστές του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, οι οποίοι έχουν και το βάρος της έκδοσης πρωτότυπης για τα ελληνικά δικαστικά απόφασης, άκουσαν με προσοχή τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών. Οι ίδιοι εξάλλου, έχουν την υποχρέωση να ζυγίσουν τα στοιχεία των ειδικών που άπτονται σε θέματα τέχνης και να τα ταιριάξουν στους δικούς τους κανόνες της νομικής επιστήμης. Η ιστορικός τέχνης κ. Νίκη Πατσουράκη, η οποία εξετάστηκε υπέρ της πλευράς Διαμαντίδη, φρόντισε μέσα από την κατάθεσή της με όρους κατανοητούς, ακόμα και για μη ειδικούς σε τέτοια θέματα, να εξηγήσει γιατί οι πίνακες δεν είναι γνήσιοι. Η δική της φωνή ήρθε να προστεθεί σε όλες τις άλλες των ειδικών που δεν έχουν, όπως λένε, ξεγελαστεί από την εικόνα των έργων διαπιστώνοντας πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο δημιουργός τους δεν ήταν ο Κ. Παρθένης και ότι οι πίνακες δεν είχαν φιλοτεχνηθεί τη δεκαετία του 1930, αλλά είναι πολύ νεώτερα καλλιτεχνικά δημιουργήματα. «Μόνο ο κ. Στεφανίδης πιστοποιούσε το αντίθετο, και απορώ πώς το έκανε αυτό, γιατί είναι ιστορικός τέχνης με μεγάλη εμπειρία», κατέθεσε η κ. Πατσουράκη, η οποία παρατήρησε ότι οι τα δύο έργα τέχνης πουλήθηκαν «χωρίς την προίκα τους» που είναι τα πιστοποιητικά προέλευσής τους. «Η απομίμηση στην τέχνη, όπως λέγεται, πρέπει να πλησιάζει και να ξεπερνάει το αυθεντικό... Εμείς δεν λέμε ότι ο πλαστογράφος δεν ήταν καλός ζωγράφος, αλλά δεν είναι έργα του Κ. Παρθένη», πρόσθεσε η μάρτυρας φέρνοντας ένα παράδειγμα από τη σύγχρονη πραγματικότητα παραπέμποντας σε τσάντες γνωστού οίκου που πωλούνται απομιμήσεις τους ως γνήσιες. «Ο οίκος Sotheby's, ακόμα και αν δεν γνώριζε, όφειλε να μάθει για την πορεία του έργου», κατέληξε λέγοντας ότι οι υπεύθυνοι θα μπορούσαν να απευθυνθούν πριν από τη δημοπρασία στην Εθνική Πινακοθήκη, που έχει στη διάθεσή της πλήρες αρχείο για τα έργα του καλλιτέχνη. Από την πλευρά του Sotheby's εξετάστηκε η συνεργάτις του νομικού συμβούλου του οίκου δημοπρασιών Κάρεν Μαίρη Πατρίτσια Γιανγκ. «Ο οίκος Sotheby's δεν έχει την υποχρέωση να ελέγχει τη γνησιότητα του έργου και δεν βεβαιώνει τη γνησιότητα του έργου που πωλείται», είπε χαρακτηριστικά προσθέτοντας ότι πρόθεσή τους είναι να δημοπρατούν πάντοτε αυθεντικά έργα ώστε να διασφαλίζεται η φήμη τους. Οπως προκύπτει από τις θέσεις που διατυπώνουν στις προτάσεις τους οι εναγόμενοι, τα επίδικα έργα τέχνης αγοράστηκαν από τους εμπόρους έργων τέχνης Στράτο Φωτόπουλο και Δημήτρη Παλαιοκρασσά. Και όταν τελικά η υπόθεση μεταφέρθηκε στα δικαστήρια ύστερα από αίτημα του, ο οίκος Sotheby's επέλεξε να αναθέσει τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης για λογαριασμό του στον κ. Στεφανίδη. Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν τον κ. Διαμαντίδη έθεσαν το αυτονόητο ερώτημα αν ο οίκος μετά από όλα όσα έγιναν θα ξανάβαζε σε καταλόγους δημοπρασίας τα έργα τέχνης. Η μάρτυρας, όπως παρατήρησε από έδρας και η πρόεδρος, επέλεξε να δώσει μία διπλωματική απάντηση, επικαλούμενη ότι θα πρέπει πρώτα να μιλήσει με στελέχη και ειδικούς του οίκου. Η απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται να εκδοθεί μέσα στους επόμενους μήνες.

Πλαστα Εργα Τέχνης 4

Ο ένας είναι περιζήτητος συντηρητής... Ο άλλος "περισπούδαστος" κριτικός Τέχνης και επιμελήτης... Για τους "Συλλέκτες" λε λέω κουβέντα.... Πάλι κατα τη προσφιλή μου συνήθεια θα αντιγράψω απο το διαδύκτιο και τη φίλη μου Μαργαρίτα... Πολλοί γνώριζαν, κανείς δεν κατήγγελλε Η «Κ» αποκαλύπτει πώς λειτουργούσαν τα κυκλώματα πλαστών έργων τέχνης τη δεκαετία του 2000 Της Μαργαριτας Πουρναρα Στο βάθος, η θάλασσα, μουντή και γκρίζα σαν να την έχει ζωγραφίσει ο Αλταμούρας. Μπροστά στο παράθυρο, όρθιος, κοιτάζει το τοπίο ένας από τους ισχυρούς Ελληνες συλλέκτες, με σημαντικά έργα στην κατοχή του. Θέμα της συζήτησής μας, η δίκη που έγινε πριν από μερικές ημέρες για την υπόθεση του εφοπλιστή Διαμαντή Διαμαντίδη. Ο γνωστός πλοιοκτήτης και συλλέκτης, με αγωγή του κατά του οίκου Sotheby’s, ζήτησε αποζημίωση περίπου 2,2 εκατομμύρια ευρώ για δύο έργα του Κωνσταντίνου Παρθένη, τα οποία αγόρασε σε δημοπρασίες του οίκου στο Λονδίνο, το 2006 και 2007, και θεωρεί ότι είναι πλαστά. Η υπόθεση, για την οποία η Δικαιοσύνη θα αποφανθεί σε μερικούς μήνες, έφερε πάλι στο προσκήνιο την όζουσα πραγματικότητα στο εμπόριο έργων τέχνης Ελλήνων καλλιτεχνών του 19ου και του 20ού αιώνα, εξαιτίας της θρασύτατης και αδιάκοπης δράσης κυκλωμάτων πλαστογραφίας. «Ακόμα και αν το δικαστήριο δικαιώσει τον Διαμαντίδη, είναι πια αργά», λέει ο συλλέκτης, που θέλει να κρατήσει την ανωνυμία του. «Το εμπόριο της ελληνικής τέχνης είναι σήμερα σαν ψόφιο άλογο, αφού έτρεξε όμως δαιμονισμένα την δεκαετία του 2000. Οσοι επιτήδειοι πρόλαβαν και έβγαλαν χρήματα με τα πλαστά έργα, εξαπατώντας ανθρώπους που είχαν άγνοια, τώρα αποσύρονται σταδιακά. Δεν υπάρχει πλέον τζίρος και η τέχνη δεν τους ενδιέφερε ποτέ. Μόνο το χρήμα». Αστρονομικές τιμές Η διαπίστωσή του είναι μελαγχολική αλλά σωστή. Εκείνο το χρονικό διάστημα, όπως έγραφε η «Κ» τον Απρίλιο του 2008, δημιουργήθηκε η φούσκα της ελληνικής τέχνης με αστρονομικές τιμές. Οι δημοπρασίες στο Λονδίνο και στην Αθήνα αποτέλεσαν πεδίο ανταγωνισμού για ευκατάστατους γνώστες της τέχνης, αλλά και νεόκοπους συλλέκτες που αναζητούσαν κοινωνική καταξίωση. Οι πλαστογράφοι με τη σειρά τους οργίασαν, βασιζόμενοι στην εξέλιξη των τεχνικών τους, στην αυξημένη ζήτηση για Ελληνες «old masters», στην έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών (σώμα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για πιστοποιήσεις αυθεντικότητας, ιδρύματα που προστατεύουν την παρακαταθήκη των καλλιτεχνών κ.ά.) καθώς και στην απροθυμία των αγοραστών να παραδεχθούν ότι αγόρασαν έναν πλαστό και να διεκδικήσουν τα χρήματά τους. Η «Κ» αποκαλύπτει σήμερα αυτό που πολλοί γνώριζαν, λίγοι ψιθύριζαν και ελάχιστοι κατήγγειλαν δημοσίως: πάντα υπήρχαν κυκλώματα πλαστογραφίας στην Ελλάδα, όμως τα τελευταία χρόνια μια ομάδα κατάφερε να επισκιάσει όλες τις άλλες, να συγκεντρώσει τεράστια χρηματικά ποσά, να εξαπατήσει δεκάδες αγοραστές και, δυστυχώς, να αλλοιώσει την καλλιτεχνική μας κληρονομιά, νοθεύοντάς την με δεκάδες ή και εκατοντάδες πλαστά έργα. Θα αναρωτιέται κανείς γιατί η δράση της δεν ήρθε νωρίτερα στο φως. Η απάντηση είναι απλή. Ο κύκλος των εμπλεκομένων στο κύκλωμα είναι ευρύτατος: άλλοι συμμετείχαν από δόλο, άλλοι από άγνοια ή ευπιστία, κάποιοι έπεσαν θύματα και δεν θέλουν να μιλήσουν, άλλοι φοβούνται να μιλήσουν, άλλοι κατάλαβαν εκ των υστέρων το ποιόν των συνομιλητών τους. Ζούμε σε μια μικρή χώρα, με ρηχή αγορά τέχνης και μια ιδιότυπη «ομερτά». Πολλοί ξέρουν την αλήθεια αλλά δεν θέλουν να εκτεθούν: ιστορικοί τέχνης, συντηρητές, γκαλερίστες, συλλέκτες, επιμελητές, θεωρητικοί, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι αλληλοδιαπλέκονται, ανταλλάσσουν πληροφορίες, ξέρουν πρόσωπα και πράγματα, αλλά επιλέγουν να σιωπήσουν. Το χειρότερο; Ανθρωποι που πολέμησαν –υποτίθεται– τα πλαστά, συναναστράφηκαν και αυτοί με τα μέλη των κυκλωμάτων. Συνεπώς, ποιον να εμπιστευτείς; 55χρονος συντηρητής ειδικός στις αντιγραφές Σύμφωνα με τις πηγές της «Κ», το εν λόγω κύκλωμα συνεργαζόταν με 4-5 πλαστογράφους που δραστηριοποιούνται στην Αθήνα, επιλέγοντας τα καλύτερά τους έργα. Ο πιο σταθερός συνεργάτης τους είναι ένας ειδικός στην αντιγραφή του Παρθένη, του Παπαλουκά και του Μαλέα. Είναι 55 χρόνων περίπου και συστήνεται ως συντηρητής. Ευφυής, συμπαθής και γνώστης πολλών μυστικών των Ελλήνων ζωγράφων, ζωγράφιζε θέματα που έθελγαν τους αγοραστές. Συνήθως το αντίτιμο των πλαστών πινάκων ανήρχετο σε 10.000 ευρώ, αν και η τιμή διέφερε ανάλογα με το πόνημα. Δεν έβαζε υπογραφές στα πλαστά έργα που πωλούσε. Αυτός ζωγράφιζε κατ’ απομίμηση της καλλιτεχνικής γραφής του συγκεκριμένου ζωγράφου (π.χ. του Παρθένη) και η υπογραφή έμπαινε αργότερα, από τον αγοραστή έμπορο, κατά παραγγελία του οποίου είχε γίνει η απομίμηση. Αν σκεφτεί κανείς ότι ορισμένα έργα του έφταναν να πωλούνται κοντά στο εκατομμύριο, αντιλαμβάνεται πόσο ήταν το καθαρό κέρδος των απατεώνων. Κεντρικό ρόλο στο κύκλωμα έπαιζε γνωστός επαγγελματίας του χώρου, ο οποίος είχε καλό «μάτι» και διάλεγε τα έργα που θα μπορούσαν να περάσουν σε ιδιώτες και στις δημοπρασίες σαν αυθεντικά. Το όνομά του είχε εμπλακεί σε τουλάχιστον επτά υποθέσεις πλαστών, όμως οι εξαπατηθέντες αγοραστές κινήθηκαν εξωδικαστικά και κατάφεραν να πάρουν τα χρήματά τους πίσω, χωρίς να φτάσει το θέμα στη δικαιοσύνη και να δημοσιοποιηθεί. Η στρατηγική Γνώστης της στρατηγικής του κυκλώματος αναφέρει στην «Κ»: «Μόλις γινόταν η διαλογή των πλαστών, ο εν λόγω έμπορος και οι συνεργάτες του που διακινούσαν και αυθεντικά έργα τέχνης, πλησίαζαν τους εκπροσώπους των δημοπρατικών οίκων, προτείνοντάς τους “πακέτα” με πολλά αληθινά και κάποια πλαστά έργα τέχνης. Για πολλά χρόνια υπήρξαν οι κύριοι “αιμοδότες” των δημοπρασιών, παρέχοντας ως και το 50% των έργων που έβγαιναν στο σφυρί σε κάθε Greek Sale. Εδώ δημιουργείται το ερώτημα αν οι άνθρωποι των οίκων γνώριζαν ότι συμπεριελάμβαναν στα προς πώληση έργα, κάποια που δεν ήταν σωστά. Το βέβαιον είναι ότι τα μέλη του κυκλώματος είχαν καταφέρει να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους. Στις δημοπρασίες του Λονδίνου έδιναν σταθερό παρόν και αποτελούσαν προνομιακούς συνομιλητές με τους υπευθύνους των οίκων και τους συλλέκτες». Ιστορικός τέχνης ο άνθρωπος-κλειδί που συμβούλευε τους αγοραστές Η πηγή της «Κ» επιμένει ότι θέση-κλειδί είχε επιτήδειος ιστορικός τέχνης, τον οποίον εμπιστεύονταν διακεκριμένα μέλη της αθηναϊκής κοινωνίας. Η τεχνογνωσία του και η εμπειρία της διαδικασίας της δημοπρασίας βοήθησαν τα μέλη του κυκλώματος να βγάζουν ακόμα περισσότερα χρήματα, ανεβάζοντας τις τιμές έργων που πουλούσαν με συντονισμένα «χτυπήματα» μέσα στην αίθουσα. Σε άλλες περιπτώσεις ήταν ταυτόχρονα πωλητές αλλά και αγοραστές των ίδιων έργων για πελάτες τους. Επίσης, η ίδια πηγή αναφέρει ότι στην εν λόγω ομάδα συμμετείχαν και άλλοι ευυπόληπτοι πολίτες υπεράνω υποψίας, που είχαν πρόσβαση σε εύπορα κοινωνικά στρώματα μέσα από εταιρείες περί τα χρηματοοικονομικά, δικηγορικά γραφεία και υψηλές θέσεις. Αυτοί δεν ασχολούνταν τόσο με τις δημοπρασίες όσο με το κυνήγι ιδιωτικών πωλήσεων. Εντόπιζαν τους πελάτες και χρησιμοποιούσαν την κοινωνική τους επιφάνεια για να τους πουλήσουν έργα. Ολοι εργάζονταν σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόι που δεν άφηνε ευκαιρία να πάει χαμένη, καθώς για κάθε αγοραστή υπήρχε και ο κατάλληλος «πωλητής», ανάλογα με την κοινωνική θέση και τον επαγγελματικό κλάδο. Το κύκλωμα φρόντιζε να καλύπτει τα νώτα του βρίσκοντας άτομα τα οποία είτε επ’ αμοιβή είτε από καλοπιστία έδιναν πιστοποιητικά γνησιότητας, ενώ χρησιμοποιούσε και τρίτους για τη «δημιουργία» της προέλευσης των έργων. Ετσι τα πλαστογραφημένα «προικίζονταν» με κάποια χαρτιά για να μπορούν να βγουν στην αγορά. Αλλωστε οι οίκοι δηλώνουν στους όρους τους ότι πωλούν τα έργα με την πεποίθηση ότι είναι αυθεντικά έχοντας εξαντλήσει διάφορους ελέγχους. Ομως οι εξελιγμένες τεχνικές των πλαστογράφων (που είναι συχνά εξαιρετικοί ζωγράφοι) κάνουν το έργο των ειδικών δύσκολο. Παράλληλα, ιδιαίτερα κατά την δεκαετία του 2000, η ζήτηση για έργα δυνατών υπογραφών ήταν μεγαλύτερη από την προσφορά και οι αγοραστές ενδιαφέρονταν για την απόκτηση και όχι για τη διακρίβωση της αυθεντικότητας. Αν όμως το σκεφτεί κανείς λογικά, ούτε όλοι οι Ελληνες ζωγράφοι θα μπορούσαν να έχουν παραγάγει τόσα πολλά και ταυτόχρονα τόσο αξιόλογα έργα, ούτε είναι δυνατόν κάθε τόσο να ανακαλύπτονται άγνωστοι θησαυροί σε συλλογές στην άλλη άκρη του κόσμου, όπως ακούγαμε συχνά εκείνα τα χρόνια. Οι αγοραστές των πλαστών έργων σπάνια ήταν έμπειροι συλλέκτες. Συνήθως ανήκαν στην κατηγορία των ανθρώπων που ήθελαν να «πατινάρουν» την περιουσία τους με τη φινέτσα της τέχνης. Σε πολλά αθηναϊκά σπίτια κρέμονται πίνακες που είναι εξόφθαλμα πλαστοί αλλά κανείς δεν τολμά να το πει στον ιδιοκτήτη. Σε μια περίπτωση που κάποιος επισκέπτης είχε το θράσος να το επισημάνει, ο αγοραστής ατάραχος δήλωσε: «Τουλάχιστον τα δικά μας πλαστά είναι από τον οίκο τάδε»! Είναι κοινό μυστικό: όσοι αντιλαμβάνονται ότι έχουν πέσει θύματα απάτης δεν έχουν καμιά διάθεση ούτε να το κοινοποιήσουν ούτε να ζητήσουν τα χρήματά τους. Ο εφοπλιστής Διαμαντής Διαμαντίδης είναι εξαίρεση στον κανόνα, επειδή είχε το θάρρος να δημοσιοποιήσει την πεποίθησή του ότι του πούλησαν πλαστά έργα, και έτσι η υπόθεσή του πήρε τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Οι υπόλοιποι όμως προτιμούν να ζουν με το ένοχο μυστικό, σαν να έχουν περάσει μια μεταδοτική ασθένεια που ντρέπονται να αποκαλύψουν σε τρίτους. Αυτή η ομερτά βοήθησε τους επιτήδειους να επιπλέουν για πολλά χρόνια. Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις που έφτασαν στη Δικαιοσύνη, ενώ πριν από λίγα χρόνια γνωστή ιστορικός τέχνης δέχθηκε αγωγή επειδή δήλωσε σε υποψήφιο αγοραστή ότι -κατά την εκτίμησή της- το έργο ήταν πλαστό. Ο ιδιοκτήτης του έργου με αγωγή τής ζητούσε δυσθεώρητη αποζημίωση και εκείνη έτρεχε για χρόνια στα δικαστήρια, στο τέλος όμως δικαιώθηκε. Αλίμονο αν οι ιστορικοί της τέχνης δεν έχουν το δικαίωμα να αποφανθούν υπέρ ή κατά της αυθεντικότητας ενός έργου. Εδώ θα αναρωτηθεί κανείς γιατί δεν υπάρχουν στην Ελλάδα θεσμοί που να προστατεύουν την πολιτιστική μας κληρονομιά και τους υποψήφιους αγοραστές. Δυστυχώς οι πιστοποιημένοι κατάλογοι (catalogues raisonnes) έργων Ελλήνων καλλιτεχνών, που είναι πολύτιμο εργαλείο, είναι ελάχιστοι, οι ιστορικοί τέχνης αποφεύγουν να λένε ανοιχτά τη γνώμη τους για ευνόητους λόγους, η Εθνική Πινακοθήκη καλείται να γνωμοδοτήσει μόνον αν της ζητηθεί από δημόσια αρχή, οι ειδήμονες στο έργο των καλλιτεχνών είναι μετρημένοι. Ολα αυτά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι αγοραστές των έργων τέχνης πρέπει να σηκώσουν μόνοι το βάρος της απόδειξης της αυθεντικότητας των ήδη αγορασμένων και δη ακριβοπληρωμένων έργων τους, με τη συνδρομή έμπιστων και έγκυρων ειδικών: των έγκριτων ιστορικών τέχνης και των επιστημονικά καταρτισμένων συντηρητών. Ας ελπίσουμε ότι η υπόθεση Διαμαντίδη δεν θα είναι η τελευταία που καταλήγει στη Δικαιοσύνη. Είναι ο μόνος τρόπος να σπάσει το απόστημα που έχει μολύνει την ισχνή ζωγραφική μας κληρονομιά. Η κρίση έφερε αυτοκριτική και αυτογνωσία, έσκασε φούσκες, αποκάλυψε εσμούς. Μπορεί ορισμένα κυκλώματα να έχουν ήδη κάνει ταμείο, όμως δεν είναι ποτέ αργά για τα μέλη τους να λογοδοτήσουν. Για να προχωρήσει όμως η έρευνα, θα πρέπει η Δικαιοσύνη να συνεργαστεί με το ΣΔΟΕ, καθώς το εμπόριο τέχνης είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους ξεπλύματος μαύρου χρήματος.

Πλαστα Εργα τέχνης 3

Αιγυπτιακές προτομές, ετρουσκικά αγγεία, αρχαία ελληνικά νομίσματα, επιχρυσωμένοι πελέκεις, ακόμη και κρυστάλλινα κρανία! Πρόκειται για τα εκθέματα ενός μουσείου; Λάθος! Γιατί κανένα μουσείο δεν επιθυμεί να εκθέτει πλαστά έργα τέχνης… Εκτός αν οργανώνει μία έκθεση ακριβώς γι΄ αυτά. Οπως συμβαίνει στο Νεσατέλ της Ελβετίας, όπου «Η εποχή των κίβδηλων», όπως είναι ο τίτλος της έκθεσης που παρουσιάζεται εκεί, κάνει θραύση.Ορισμένες από τις πιο εντυπωσιακές απάτες στην ιστορία της τέχνης παρουσιάζονται σ΄αυτήν και μαζί ο σκοτεινός κόσμος των ταλαντούχων κιβδηλοποιών, αλλά και των κλεπταποδόχων και των «συλλεκτών», οι οποίοι τυφλωμένοι από το πάθος της απόκτησης έργων τέχνης άφηναν ευχαρίστως να τους εξαπατήσουν. Οι οργανωτές της έκθεσης έτσι, δεν χρειάστηκε να ψάξουν πολύ, καθώς εκατοντάδες είναι τα πλαστά έργα που κρύβονται… από ντροπή στα άδυτα των ευρωπαϊκών και αμερικανικών μουσείων. Γιατί οι αγορές γίνονται από τα ίδια τα μουσεία, τα οποία πολύ απλά πέφτουν θύματα απάτης. Ακόμη και σήμερα. Η συγκεκριμένη έκθεση μάλιστα είναι επίκαιρη και για την Ελλάδα, λόγω του αντιγράφου του Ρούμπενς που κατασχέθηκε πρόσφατα. Ενα χάλκινο άλογο είναι το πιο εντυπωσιακό κομμάτι της έκθεσης, ηλικίας υποτίθεται, 2500 ετών, το οποίο όμως δεν εκτέθηκε ποτέ δημόσια αφού διαπιστώθηκε ότι είχε κατασκευαστεί από σύγχρονο γερμανικό χαλκό, μόλις το… 1980. Η περιπέτεια για τους αγοραστές μάλιστα _ το Μουσείο Γκέτι στο Μαλιμπού των ΗΠΑ _ ήταν ιδιαίτερα οδυνηρή αφού κατέβαλαν 40 εκατομμύρια δολάρια για την αγορά του. Η ιστορία όμως των κίβδηλων φαίνεται ότι αρχίζει από την προϊστορική εποχή. Γιατί 35.000 χρόνια πριν, ο Homo sapiens έκανε ήδη αντίγραφα από τα όστρακα της θάλασσας ενώ ένα περιδέραιο της Νεολιθικής Εποχής που έφθασε ως εμάς, έχει αποδειχθεί ότι αποτελείται από 118 δόντια ελαφιού αλλά και από 65 ψεύτικα. Στην αρχαία Ελλάδα εξάλλου κυκλοφορούσαν ψεύτικα κοσμήματα της Ωραίας Ελένης και λίγο αργότερα ένας Ρωμαίος ανακάλυψε ένα νεολιθικό πέλεκυ, τον οποίο και ερμήνευσε ως τον «κεραυνό του Δία». Το 1563 υποτακτικοί του ιππότη Άντον Βάλντμποτ από το Μπάσενχαϊμ ανακάλυψαν στα αμπέλια του ένα ρωμαϊκό τάφο με νομίσματα και μία τεφροδόχο με οστά. Ο ευγενής όμως, που δεν ήταν ικανοποιημένος από το πενιχρό εύρημα, έβαλε να προσθέσουν στο δοχείο πομπώδη, αργυρή διακόσμηση δημιουργώντας έτσι ένα πλαστό αντικείμενο.Το ίδιο ισχύει και για το παρισινό μουσείο Quai Branly, που αγόρασε ένα κρανίο από ορεία κρύσταλλο των Αζτέκων, το οποίο παρουσίαζε ότι έχει ηλικία 500 ετών και χρειάστηκε να περάσουν χρόνια ώσπου να παραδεχθεί ότι είναι μία σύγχρονη κατασκευή. Πώς όμως ήταν δυνατόν να ξεγελιούνται έτσι εύκολα από τέτοιες φθηνές και κιτς απομιμήσεις οι ειδικοί της τέχνης; Η απάντηση, η οποία δίνεται και μέσα από την έκθεση της Ελβετίας είναι ότι αυτό έχει σχέση με τον ιμπεριαλιστικό πυρετό, που είχε καταλάβει στα τέλη του 19ου αιώνα τις μεγάλες δυνάμεις του κόσμου.Τότε, που τα ισχυρά κράτη είχαν αποδυθεί σε έναν αγώνα δρόμου για την απόκτηση θησαυρών του παρελθόντος _ακόμη κι αν ήταν κίβδηλα_ προκειμένου να εξυπηρετούν τα εθνικιστικά τους οράματα. Ετσι το 1886 παρουσιάστηκε στον Ναπολέοντα Γ’ ένα πλαστό αγγείο από την κελτική περίοδο, το οποίο έφερε έναν γαλλικό πετεινό (ζώο – έμβλημα της Γαλλίας) ως ευθεία σύνδεση του σύγχρονου έθνους με την εποχή των Κελτών! Αντίστοιχα το Βρετανικό Μουσείο είχε αναγγείλει με υπερηφάνεια την ανακάλυψη ενός κρανίου, τουλάχιστον 200.000 ισχυριζόμενο ότι αυτός ο «αρχαιότερος Βρετανός» ήταν ο χαμένος κρίκος ανάμεσα στον πίθηκο και τον άνθρωπο! Στην πραγματικότητα κάποιος φαρσέρ είχε επικολλήσει την κάτω γνάθο ενός ουραγκοτάγκου σε ένα σύγχρονο ανθρώπινο κρανίο και αφού το εξόπλισε με τα δόντια ενός χιμπαντζή, το έκρυψε σε ένα λάκκο εξόρυξης αμμοχάλικου κοντά στο Λονδίνο. Ένας από τους πιο φημισμένους τεχνίτες πλαστών έργων τέχνης που παρουσιάζονταν ως αυθεντικά ήταν ο χρυσοχόος Ισραέλ Ρουχομόφσκυ που από το εργαστήριό του στην Οδησσό, άρχισε να εφοδιάζει το 1890, τον κόσμο των ειδικών και αρχαιολόγων με νομίσματα και περιδέραια, τα οποία επεξεργαζόταν ώστε να αποκτήσουν την πατίνα του χρόνου. Ως καλύτερο έργο του μάλιστα θεωρείται ένα χρυσό κράνος, βάρους πάνω από 800 γραμμάρια, το οποίο είχε διακοσμήσει με σκηνές από την Ιλιάδα και το συνόδευσε μία επιγραφή, σύμφωνα με την οποία επρόκειτο για δώρο της ελληνικής αποικίας Ολβίας (στις βορειοδυτικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας) προς τον Σκύθη βασιλιά Σαϊταφέρνη.Λεπτομέρειες που έπεισαν το Λούβρο, το οποίο ενθουσιάστηκε από το αντικείμενο και κατέβαλε το1896 το αντίτιμο ρεκόρ των 200.000 γαλλικών φράγκων προκειμένου να το αποκτήσει. Η απάτη εν τέλει αποκαλύφθηκε το 1903 και συνοδεύτηκε με καταιγισμό καυστικών σχολίων, παγκοσμίως αλλά ιδιαιτέρως των ειδημόνων του Βερολίνου. Γεγονός όμως που δεν τους εμπόδισε να ξεγελαστούν κι οι ίδιοι λίγο αργότερα από μια ψεύτικη κέρινη προτομή του Λεονάρντο ντα Βίντσι.

Πλαστά έργα τέχνης; 2

Σε αυτόν τον αιώνα της ισοπέδωσης, που οι ανθρώπινες αξίες ελάχιστο αντίκρισμα έχουν στο χρηματιστήριό του, η επένδυση στην τέχνη είναι μια ασφαλής εναλλακτική επιλογή. Αν και διανύουμε μια περίοδο κρίσης, η τέχνη παραμένει μια καλή επενδυτική αξία εφόσον ο φιλότεχνος/συλλέκτης αγοράζει με πολλή προσοχή και υπευθυνότητα για να μην πέσει θύμα απάτης, απάτης αισθητικής και φυσικά, απάτη εμπορικής. Η καθιέρωση των Greek Sales και η αυξημένη ζήτηση για σπουδαία έργα Ελλήνων ζωγράφων του 19ου και του 20ου αιώνα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών αυτών των έργων, γεγονός που ευνόησε τη «σκοτεινή» πλευρά της αναδημιουργίας και οδήγησε στη ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων πλαστογραφίας. Κάποιοι ειδικοί εκτιμούν ότι σχεδόν το ήμισυ των έργων που διακινούνται στην αγορά μπορεί να είναι πλαστά. Αντιγράφω απο τον ΝΙΚΙΑ και την ιστοσελίδα του... Είναι κοινό μυστικό πια ότι υπάρχουν καλά οργανωμένα κυκλώματα που έχουν αναγάγει την πλαστογραφία σε επιστήμη. Τα κυκλώματα αυτά αποτελούνται όχι μόνο από αντιγραφείς και εμπόρους, αλλά και ιστορικούς τέχνης, συντηρητές κ.α. που με το αζημίωτο γνωμοδοτούν ότι ένα πλαστό είναι αυθεντικό ή πελαγοδρομούν στις εκτιμήσεις και δεν λένε καθαρά τη γνώμη τους στον κάτοχο ή τον υποψήφιο αγοραστή. Ακόμη και κάποιοι συγγενείς, απόγονοι ή και φίλοι γνωστών εμπορικών ζωγράφων, που κατέχουν κάποια έργα τους, έχουν αυτοανακηρυχθεί ειδικοί και γνωμοδοτούν σύμφωνα με το συμφέρον τους. Δηλαδή, ότι κατέχουν αυτοί ή οι «γνωστοί άγνωστοι» του χώρου είναι γνήσιο και ότι έχουν όλοι οι άλλοι είναι πλαστό. Έχει παρατηρηθεί ακόμη και υπογραφές με σφραγίδες να βάζουν σε ανυπόγραφα έργα τα οποία δήθεν είναι γνήσια, γιατί τα είδαν αυτοί και φυσικά το μάτι τους αλληθωρίζει ανάλογα με το ποσοστό που θα καρπωθούν από την πώληση του έργου. Σε γενικές γραμμές άνθρωποι που μέχρι χθες δεν γνώριζαν τι είναι πινέλο, καμβάς, χρώμα κλπ. σήμερα χρησιμοποιούν μια ακαταλαβίστικη γλώσσα εγκωμιαστική και υπερβολική. Μιλούν για ελεύθερες και γρήγορες πινελιές, για ψυχρά και θερμά χρώματα, για ψυχική διάθεση και ύφος του καλλιτέχνη, για αντιθέσεις του φωτός, για σκιές και «φαντάσματα» για να δημιουργήσουν ψευδείς εντυπώσεις για το «κελεπούρι» που θέλουν να προωθήσουν. Οι πωλητές φυσικά ποντάρουν στην άγνοια των αγοραστών και στην καλή ποιότητα των πλαστών έργων. Προβάλλουν πλαστά πιστοποιητικά γνησιότητας και γνωματεύσεις με υποκειμενικές εκτιμήσεις ή απλά λένε ότι το είδε ο «τάδε» που έχει φοβερό «μάτι», ο οποίος φυσικά έχει «βαπτισθεί» από το κύκλωμα ειδικός για να πιστοποιεί τη γνησιότητα του έργου. Οι επιτήδειοι δε διστάζουν να επικαλούνται ακόμη και υπάλληλου της Εθνικής Πινακοθήκης για την πιστοποίηση αμφιβόλου αξίας έργων, ενώ είναι γνωστό ότι ο ισχύων νόμος απαγορεύει ρητά στους υπαλλήλους της Πινακοθήκης να γνωματεύουν, είτε γραπτά είτε προφορικά για την γνησιότητα έργων που δεν ανήκουν στις συλλογές της. Τέλος οι πωλητές επινοούν και μια ιστορία σχετική με την προέλευση του έργου. Συνήθως οι προηγούμενοι ιδιοκτήτες του «σπάνιου» έργου είναι «χαζές» γιαγιάδες που δεν ήξεραν τί είχαν στον τοίχο τους ή κάποιος γνωστός συλλέκτης που αντιμετωπίζει κάποια οικονομική στενότητα και για λόγους γοήτρου δεν θέλει να αποκαλυφθεί το όνομά του ή απλά προέρχονται από «πτωχεύσεις» παλιών αρχοντικών σπιτιών. Λέγεται ότι ο καλός πλαστογράφος είναι αυτός που καταφέρνει και εξαπατά τον θεατή και καλύτερος θεατής είναι αυτός που αφήνεται να εξαπατηθεί. Για να μην συμβεί ούτε το ένα ούτε το άλλο, δημιουργήθηκε το Ερευνητικό Κέντρο «ΝΙΚΙΑΣ» από επιστήμονες με πλούσιες εμπειρίες και βαθιές γνώσεις γύρω από τα ζωγραφικά έργα. Σκοπός του «ΝΙΚΙΑ» είναι η άρτια ενημέρωση και ο σωστός προσανατολισμός του συλλέκτη επενδυτή, ώστε να γνωρίζει σε βάθος τι είναι το κάθε έργο που αγοράζει, αλλά και ποια θα είναι σε μέσες άκρες η αξία μεταπώλησής του. Οι υπηρεσίες που προσφέρονται από τον «ΝΙΚΙΑ» είναι παροχή συμβουλών για θέματα αυθεντικότητας και προέλευσης έργων ζωγραφικής καθώς και η παροχή γνωματεύσεων των έργων αυτών με τη βοήθεια εργαστηριακών μελετών, με μη καταστρεπτικές μεθόδους. Ειδικοί επιστήμονες με εξειδικευμένες γνώσεις στα έργα ζωγραφικής, όπως χημικοί (αναλυτές), συντηρητές, φωτογράφοι, ιστορικοί τέχνης κ.α. χρησιμοποιούν την τελευταία λέξη της τεχνολογίας ώστε να βγάλουν ασφαλή συμπεράσματα για την γνησιότητα των έργων. Στα εργαστήρια του «ΝΙΚΙΑ» τα χρώματα και οι βάσεις αυτών, αναλύονται με φασματογράφο Raman τελευταίας τεχνολογίας και συγκρίνονται με τη βάση δεδομένων που έχει δημιουργηθεί από έργα γνωστών ζωγράφων. Επίσης τα έργα εξετάζονται οπτικά με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο (μεγέθυνση έως 5000 φορές), όπου παρατηρείται από το ανάγλυφο της πινελιάς έως και πλέξη του καμβά, και φωτογραφίζονται με UV και IR ακτινοβολία ώστε να διαπιστωθούν μεταγενέστερες επεμβάσεις. Όλοι λένε «τα πλαστά έργα μιλάνε, αλλά ποιος ακούει;» Στον «ΝΙΚΙΑ» όχι απλά τα ακούνε, αλλά αφουγκράζονται και τον παραμικρό ψίθυρό τους ώστε να προστατεύσουν τους καλλιτέχνες, τους συλλέκτες, τους ευσυνείδητους εμπόρους και όλους όσους προσπαθούν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους σε αντίξοες συνθήκες. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΜΑΥΡΙΔΗΣ B.Sc. ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΕΡΓΩΝ ΤΕΧΝΗΣ UCL M.Sc. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΝΗΜΕΙΩΝ-ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ, Ε.Μ.Π. Δημοσιεύσεις στον Τύπο Από συνέντευξη του Σταύρου Μπαλτογιάννη στη Γιούλη Επτακοίλη Ερώτηση: Υποθέτω ότι έχετε μεγάλη εμπειρία από πλαστά έργα; Απάντηση: Ακόμη και σήμερα έχει μείνει η φράση «το είδε ο Μπαλτογιάννης». Έρχονται συνέχεια και τους λέω την γνώμη μου. Βλέπω πολύ καλά έργα αλλά βλέπω και πληθώρα πλαστών, τα οποία είναι συμφορά για την ιστορία της τέχνης. Εφημερίδα ΑΞΙΑ – Ένθετο ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΗΣ (17 Απριλίου 2010) Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «ΑΞΙΑ» ο κ. Κωνσταντίνος Φράγκος (senior director Ελληνικής Τέχνης, εκπρόσωπος του οίκου Sotheby’s στην Ελλάδα) είχε ερωτηθεί πώς μπορεί να ξέρει σε βάθος ο αγοραστής από πού προέρχεται το έργο που έχει επιλέξει να αγοράσει: «Εμείς, ως ειδικοί στον οίκο, έχουμε όλες τις πληροφορίες που ενδιαφέρουν τον αγοραστή, τις οποίες συλλέγουμε κατά τη διάρκεια της έρευνας που κάνουμε, καθώς και από τα αρχεία που κρατάμε». Όταν ο γνωστός εφοπλιστής Διαμαντής Διαμαντίδης (Marmaras Navigation Ltd) κατέθεσε στις 2 Φεβρουαρίου 2010 αγωγή κατά του οίκου Sotheby’s και εναντίον του εκπροσώπου τους στην Ελλάδα κ. Κωνσταντίνο Φράγκο, αναφορικά με πώληση πλαστών έργων τέχνης, η «ΑΞΙΑ» επικοινώνησε με τον κ.Φράγκο αναφορικά με το ζήτημα ο οποίος δήλωσε ότι αν και δεν είναι αρμόδιος, διαβεβαίωσε ότι ο οίκος εξετάζει το θέμα προσεκτικά και τα πράγματα είναι εν εξελίξει. Ένας πλαστογράφος εξομολογείται – Συνέντευξη στην Μαργαρίτα Πουρνάρα Ερώτηση: Ποιος είναι ο ρόλος των ιστορικών τέχνης; Απάντηση: Υπάρχουν πάντα άνθρωποι που έχουν γνώση, αλλά δεν έχουν τα κότσια να βγουν να πουν ότι κάτι είναι πλαστό. Η δειλία τους, η απροθυμία τους να αναλάβουν τις ευθύνες τους ή –ακόμα χειρότερα- η εν γνώσει συνεργασία τους αποτελεί ένα κρίκο στο κύκλωμα με τα πλαστά. Τα δίκτυα πλαστογραφίας δεν αποτελούνται μόνο από αντιγραφείς και εμπόρους. Το δικαστήριο κρίνει έργα Παρθένη, αξίας 1,6 εκατ. ευρώ Της Μαργαριτας Πουρναρα Στις 13 Απριλίου 2008 η «Κ» δημοσίευσε ένα άρθρο για τη «φούσκα» των τιμών στις δημοπρασίες ελληνικού ενδιαφέροντος του Λονδίνου, αλλά και για τους συλλέκτες που αγόραζαν έργα «σαν γουρούνι στο σακί», καθώς οι οίκοι τα βγάζουν στο σφυρί με την πεποίθηση ότι είναι αληθινά αλλά το βάρος της απόδειξης πέφτει στους ώμους των νέων ιδιοκτητών τους. Τρία χρόνια αργότερα, η ελληνική Δικαιοσύνη καλείται να αποφασίσει για τη γνησιότητα δύο έργων του Κωνσταντίνου Παρθένη που πωλήθηκαν σε Greek Sales των Sotheby’s, ύστερα από αγωγή εναντίον των εκπροσώπων του οίκου, Κωνσταντίνου Φράγκου και Αλεξάντερ Ράσελ από τον αγοραστή των πινάκων, εφοπλιστή και συλλέκτη, Διαμαντή Διαμαντίδη, ο οποίος ισχυρίζεται ότι διαθέτει επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν την πλαστότητά τους. Η υπόθεση εκδικάστηκε στις 26 Ιανουαρίου από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και ο κ. Διαμαντίδης, διεκδικεί συνολική αποζημίωση της τάξεως των 2.159.000. ευρώ. Κατά την εκδίκαση προέκυψε ότι ιδιοκτήτες των έργων ήταν ο γκαλερίστας Ευστράτιος Φωτόπουλος, με συνεχές και ηχηρό «παρών» σε όλα τα Greek Sales και ο ιστορικός της τέχνης Δημήτρης Παλαιοκρασσάς, ο οποίος σήμερα είναι σύμβουλος του συλλέκτη και προέδρου του ΣΕΒ, Δημήτρη Δασκαλόπουλου. Στο παρελθόν, ο γκαλερίστας ενεπλάκη σε μια άλλη υπόθεση πλαστών έργων του Ακριθάκη που δεν έφτασε ποτέ στη Δικαιοσύνη, αλλά απετέλεσε αιτία να αποχωρήσουν από τον Σύλλογο Παλαιοπωλών διακεκριμένα μέλη του, καταγγέλλοντας τον Φωτόπουλο. Τα επίδικα έργα είναι η «Παναγία και το Βρέφος», που πωλήθηκε από τους Sotheby’s αντί 950.000 ευρώ τον Νοέμβριο του 2007 σε τιμή-ρεκόρ για τον καλλιτέχνη, και το «Νεκρή Φύση μπροστά από την Ακρόπολη», που βγήκε στο σφυρί, από τον ίδιο οίκο, τον Νοέμβριο του 2006 και αγοράστηκε από τον εφοπλιστή αντί 674.500 ευρώ. Στην ίδια δημοπρασία, η Εθνική Τράπεζα αγόρασε άλλο έργο του Παρθένη, με τίτλο «Πειθαρχία», ενώ πολλοί πίνακες του καλλιτέχνη είχαν βγει την ίδια περίοδο σε διεθνείς πλειστηριασμούς στο Λονδίνο. Ο Διαμαντίδης, παρακινούμενος από φίλους του που εξέφρασαν φόβους ότι τα έργα είναι πλαστά, κατέφυγε σε ειδικούς για να διακριβώσει την αυθεντικότητά τους. Τα έργα εξετάστηκαν από την ερευνητική ομάδα Artgnomon καθώς και τις ιστορικούς τέχνης Θάλεια Οικονόμου και Νίκη Πατσουράκη, που τον διαβεβαίωσαν ότι τα έργα είναι πλαστά. Την ίδια άποψη είχε και η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Ολγα Μετζαφού - Πολύζου, που κλήθηκε να εξετάσει τα επίδικα έργα, καθώς το δικαστήριο ζήτησε από την Εθνική Πινακοθήκη να διενεργήσει πραγματογνωμοσύνη ως ο καθ’ ύλην αρμόδιος φορέας. Οι άνωθεν εμπειρογνώμονες διερεύνησαν την προέλευση, εξέτασαν το ύφος των έργων, ενώ έγιναν και εργαστηριακές αναλύσεις. «Κλειδί» η διαθήκη Υπέρ της αυθεντικότητας των έργων κατέθεσε ο επίκουρος καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης Μάνος Στεφανίδης, ο οποίος τα χαρακτήρισε έργα μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας και τμήμα της κληρονομιάς του υιού του καλλιτέχνη Νίκου Παρθένη. Εκεί ακριβώς βρίσκεται το κλειδί της υπόθεσης, καθώς ο τελευταίος ισχυρισμός για την κληρονομιά τίθεται εν αμφιβόλω από τις ιστορικούς τέχνης και τον νομικό σύμβουλο της Πινακοθήκης Γιώργο Οικονομόπουλο. Μετά τον θάνατο του Κ. Παρθένη,το 1967, δύο δικηγόροι, ο Γιάννης Μπρίνιας και ο Ντίμης Δημητριάδης φρόντισαν να μοιραστούν ακριβοδίκαια τα έργα στα δύο παιδιά, τον Νικόλαο και τη Σοφία. Εγινε απογραφή το 1968 και συμβολαιογραφική πράξη από τη συμβολαιογράφο Π. Γιαννακάκου για όλα τα έργα που βρίσκονταν στην κατοχή του ζωγράφου. Η Σοφία παραχώρησε αργότερα το δικό της μερίδιο ως δωρεά στην Πινακοθήκη. Ο Νικόλαος, που πέθανε άκληρος το 1999 παραχώρησε, ό,τι απέμεινε από το δικό του μερίδιο, σε τέσσερις κληρονόμους, ανάμεσα στους οποίους η φιλιππινέζικης καταγωγής οικιακή βοηθός του Αλμα Ερλάνο. Η τελευταία φέρεται να έχει πουλήσει τα δύο επίδικα έργα στον συλλέκτη Βασίλη Παπαθανασίου, από τον οποίον αργότερα τα αγόρασαν οι Παλαιοκρασσάς και Φωτόπουλος. Η πλευρά Διαμαντίδη ισχυρίζεται ότι τα δύο επίδικα έργα δεν υπάρχουν ούτε στον κατάλογο του 1968 (απογραφή Γιαννακάκου) ούτε σ’ εκείνον του 1999 (απογραφή συμβολαιογράφου Βουδούρη μετά τον θάνατον του Ν. Παρθένη), ενώ ο Μάνος Στεφανίδης κατέθεσε ότι εντόπισε τα έργα στη λίστα του 1968 που υπάρχει ως επίσημο έγγραφο στα αρχεία της Πινακοθήκης. Το δικαστήριο θα εξετάσει τα επιχειρήματα των δύο πλευρών και θα βγάλει την απόφαση ύστερα από μερικούς μήνες.

Πλαστα έργα τέχνης στο Μοναστηρακι

Γέμισε το Μοναστηρακι τελευταία με πλαστα εργα του Ακριθάκη και του Φασιανού. Ποτε δεν εχω δει τόσα πολλά πλαστα έργα σε τόσο μικρό χρονικό διαστημα. Μέχρι και "χαρτια" ενος περίοπτου λαμόγιου της Εθνικής Πινακοθήκης κραδαίνουν στα χέρια τους οι πλαστογράφοι... Τις προάλες μπηκα σε ενα παλιοπωλείο να ρωτήσω τιμές για δυο έργα του Μόραλη. Τα έχασα. Ειμαστε για το κουνέλια... Σαν χώρα. Σαν πολίτες. Σαν χώρα του πολιτισμού...τρομάρα μας. Επειδή η εποχή το απαιτεί χρειάζεται αυξημένη προσοχή στις επιλογές σας... Αντιγράφω απο το διαδύκτιο... Πώς λειτουργεί η βιομηχανία των πλαστών Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΟΥΖΑΚΗ Οι εκβιασμοί, οι απειλές κατά της σωματικής ακεραιότητας ή και προσχεδιασμένα τροχαία δεν είναι καταστάσεις που συνδέει κάποιος εύκολα με τον κόσμο της ζωγραφικής. Το φερόμενο ως έργο του Γαλάνη «Η κυρία στα λευκά», που αποσύρθηκε από τη δημοπρασία των Bonhams Το φερόμενο ως έργο του Γαλάνη «Η κυρία στα λευκά», που αποσύρθηκε από τη δημοπρασία των Bonhams Κι όμως! Ο λαμπερός κόσμος της τέχνης στην Ελλάδα έχει μια σκοτεινή, μαφιόζικη διάσταση, που θα ζήλευαν αρκετοί συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας. Αναφερόμαστε στο περίφημο κύκλωμα διακίνησης πλαστών έργων τέχνης που γνώριζε και γνωρίζει μεγάλες δόξες στη χώρα. Τις συνέπειες της δράσης του έχουν υποστεί κατά καιρούς ζωγράφοι, γκαλερίστες, οίκοι δημοπρασιών, κληρονόμοι καλλιτεχνών, διευθυντές μουσείων, συλλέκτες και φιλότεχνοι. Πρόκειται για θρασύτατα κυκλώματα που δρούν μάλλον ανενόχλητα και τροφοδοτούν, διαρκώς, την αγορά με αντίγραφα έργων των κορυφαίων Ελλήνων ζωγράφων. Οι επιλογές τους έχουν μια εντυπωσιακή ευρύτητα. Ξεκινούν συνήθως από ζωγράφους του 19ου αιώνα και φτάνουν στους νεότερους. Στις προτιμήσεις τους περιλαμβάνονται πίνακες των Γύζη, Ιακωβίδη, Μαλέα, Βολανάκη, Παρθένη, Παπαλουκά, Θεόφιλου, Μπουζιάνη, Γκίκα και φυσικά έργα των πλέον πλαστογραφημένων Ελλήνων ζωγράφων: Σπύρου Βασιλείου, Γιάννη Τσαρούχη, Γιάννη Μόραλη, Αλέκου Φασιανού κ.ά. Η ιστορία των πλαστών έργων τέχνης στην Ελλάδα ξεκινά, σύμφωνα με μαρτυρίες των ανθρώπων της τέχνης, την περίοδο της Κατοχής, όταν ακόμα και ταλαντούχοι ζωγράφοι έκαναν αντίγραφα έργων του 19ου αιώνα προκειμένου να επιβιώσουν. Η «βιομηχανία» του είδους άρχισε να εδραιώνεται μερικές δεκαετίας αργότερα, κυρίως τη δεκαετία του '80, όταν το ενδιαφέρον για την απόκτηση έργων τέχνης ζωήρεψε. Τότε ο αριθμός των φιλότεχνων άρχισε να αυξάνεται, καθώς η απόκτηση έργων τέχνης ήταν εχέγγυο κοινωνικής καταξίωσης. Την αυξημένη ζήτηση έργων τέχνης εκμεταλλεύτηκαν οι πλαστογράφοι, οι οποίοι άρχισαν να τελειοποιούν τις μεθόδους τους και να δημιουργούν αντίγραφα όλο και πιο πιστά στα πρωτότυπα. Για να φτάσουμε στη σημερινή κατάσταση, με τους κληρονόμους των ζωγράφων και καμιά φορά τους ίδιους τους ζωγράφους να μην μπορούν να διακρίνουν αν το έργο που έχουν μπροστά τους είναι γνήσιο ή αντίγραφο. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα εργαστήρια των πλαστογράφων βρίσκονται σε όλη τη χώρα, κάποια στην Αθήνα, αλλά και στη βόρεια Ελλάδα, ενώ λέγεται ότι η βελτίωση της ποιότητας των αντιγράφων οφείλεται και στο γεγονός ότι οι πλαστογράφοι αξιοποίησαν τη δεξιότητα των ταλαντούχων αλλοδαπών ζωγράφων που κατέφθασαν στην Ελλάδα από τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ. Οσοι έχουν πλησιάσει τα κυκλώματα πλαστογράφησης έργων τέχνης έχουν καταλάβει πολύ καλά τους κινδύνους που ελλοχεύουν σ' αυτά. Ενας κορυφαίος εκτιμητής έργων τέχνης, καθ' όλα αξιόπιστος, ο οποίος για ευνόητους λόγους θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, μας λέει ότι υπήρξε στο παρελθόν θύμα στυγνού εκβιασμού. «Με περίμενε κάποιος στις εφτά το πρωί έξω από το γραφείο μου, την ημέρα που θα έβλεπα κάποιο πλαστό, όπως αποδείχτηκε, έργο τέχνης. Και μου είπε: "Ή θα μου δώσεις τριάντα εκατομμύρια ή θα κλείσεις το στόμα σου. Κοίταξε τι θα πεις. Εχεις και παιδιά και... γίνονται και τροχαία"». Ορισμένοι άνθρωποι της τέχνης έχουν βρει για παρόμοιους λόγους τα αυτοκίνητα τους βανδαλισμένα και άλλοι έχουν απειληθεί ποικιλοτρόπως. «Η κατάσταση θα ήταν διαφορετική αν υπήρχε κάποια πολύ ισχυρή κρατική αρχή, μια υπηρεσία κύρους, που θα μπορούσε να αποφαίνεται για τη γνησιότητα των έργων τέχνης», λέει η Δροσούλα Ελιοτ-Βασιλείου. Οι κληρονόμοι ορισμένων καλλιτεχνών, οι γκαλερί και τα μουσεία, που εκπροσωπούν τους καλλιτέχνες, μπορούν να πιστοποιήσουν, ύστερα από λεπτομερή έρευνα, τη γνησιότητα ενός έργου τέχνης. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με την πλειονότητα των έργων που διακινούνται στην αγορά. Ο ισχύων νόμος απαγορεύει στους ιστορικούς τέχνης της Εθνικής Πινακοθήκης να αποφαίνονται για τη γνησιότητα ενός έργου. Τους το επιτρέπουν μόνο για τις ανάγκες του Δημοσίου ή αν το διατάξει κάποια δημόσια αρχή. Ετσι, ελλείψει κάποιας αξιόπιστης αρχής πιστοποίησης, οι πλαστογράφοι δρουν ανεξέλεγκτα. Ο διευθυντής του τμήματος συντήρησης έργων της Εθνικής Πινακοθήκης είναι υπέρ της δημιουργίας ενός θεσμικού οργάνου, το οποίο δεν θα πρέπει να έχει απαραιτήτως σχέση με την Εθνική Πινακοθήκη. «Δεν μπορούμε να κάνουμε τέτοιου είδους έρευνα σε ιδιώτες. Η Πινακοθήκη δεν έχει ούτε το χρόνο ούτε το προσωπικό. Και το κράτος δεν έχει τη δυνατότητα να πληρώνει υπερωρίες στους υπαλλήλους γι' αυτή την επιπλέον σοβαρή εργασία», προσθέτει. Στις προτάσεις, που έχουν συζητηθεί κατά καιρούς για την αντιμετώπιση του προβλήματος, είναι και η υιοθέτηση του γαλλικού μοντέλου με ορκωτούς εκτιμητές, διορισμένους από τον υπουργό Δικαιοσύνης και με επιτήρηση εισαγγελέα. * Γιάννης Τσαρούχης «Το έχει ζωγραφίσει καλύτερα από μένα αλλά δεν είναι δικό μου» Ο Γιάννης Τσαρούχης ήταν ένας από τους καλλιτέχνες που είχε δει, όσο ζούσε, αρκετά αντίγραφα έργων του. Κάποτε κοιτάζοντας ένα από αυτά είπε με το γνωστό χιούμορ του: «Το έχει ζωγραφίσει καλύτερα από μένα, αλλά δεν είναι δικό μου». Ενδεικτικό της έκτασης του φαινομένου είναι ο εντοπισμός πλαστού έργου του Κωνσταντίνου Βολανάκη και μέσα στις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης. Το ανακάλυψαν, σχεδόν τυχαία, πριν από μερικά χρόνια, οι υπεύθυνοι του τμήματος Συντήρησης του Ιδρύματος. «Ηταν ένα έργο που ήρθε για συντήρηση, το ξέραμε ως "Καλαφάτισμα". Απεικονίζει κάποιους εργάτες να βάφουν μια βάρκα», μας λέει ο διευθυντής Συντήρησης των έργων της Εθνικής Πινακοθήκης, Μιχάλης Δουλγερίδης. Και προσθέτει: «Διαπιστώσαμε ότι έμοιαζε με κάποιο θέμα του Βολανάκη. Στη λεπτομερή εξέταση αποκαλύφθηκε επίσης ότι η υπογραφή του ήταν μεταγενέστερη. Ανήκε στους πίνακες, που έφτασαν στην Πινακοθήκη μέσω της Συλλογής Κουτλίδη. Οταν το ανοίξαμε είδαμε έκπληκτοι ότι συνοδευόταν και από τη σημείωση "αντίγραφο Βολανάκη, το καλαφάτισμα βάρκας"». Σπύρος Βασιλείου Στην κορυφή της λίστας Στην κορυφή της λίστας με τους πιο πλαστογραφημένους Ελληνες ζωγράφους βρίσκεται και ο Σπύρος Βασιλείου. Το πρώτο πλαστό έργο του το εντόπισε ο ίδιος όταν του το πήγαν για να πιστοποιήσει τη γνησιότητά του. Αργότερα άρχισαν να τον πλαστογραφούν συστηματικά. «Αντιγράφουν, συνήθως, τις "θάλασσες", "τα καραβάκια", "τις Αθήνες" ενώ επινοούν και καινούργια έργα, που αποτελούνται από ένα συνονθύλευμα όλων των παραπάνω θεμάτων. Σε ορισμένα καταλαβαίνεις από μακριά ότι είναι πλαστά, σε άλλα, όμως, χρειάζεται λεπτομερής εξέταση για να το διαπιστώσεις», λέει η κόρη του ζωγράφου Δροσούλα Ελιοτ-Βασιλείου. Η ίδια έχει δει δεκάδες πλαστά έργα του πατέρα της και ορισμένα να κρέμονται στους τοίχους κάποιων σπιτιών. «Είναι μερικοί που το ψάχνουν και θέλουν να έχουν γνήσια έργα και άλλοι που δεν ενδιαφέρονται αν το έργο που αγόρασαν σε τιμή ευκαιρίας, όπως λένε, είναι γνήσιο ή όχι», τονίζει. Και συμπληρώνει: «Υπάρχουν κυκλώματα που επινοούν ολόκληρες ιστορίες με πολύτιμες συλλογές έργων τέχνης, που άφησε κάποιος πεθαίνοντας σε ένα διαμέρισμα. Πηγαίνουν διάφορους αδαείς και τους ξεναγούν στη "συλλογή", λέγοντάς τους ότι πρόκειται για αυθεντικά έργα που μπορούν να αποκτήσουν σε πολύ καλή τιμή». Αμφιλεγόμενα έργα σε μεγάλες δημοπρασίες Τον Μάιο του 2009 αποσύρθηκαν από δημοπρασία του οίκου Bonhams στο Λονδίνο οι πίνακες «Η κυρία στα λευκά», που αποδιδόταν στον Δημήτρη Γαλάνη και η «Αποψη του λιμανιού της Μασσαλίας» με την υπογραφή του Παναγιώτη Τέτση. Η αμφισβήτηση της γνησιότητας του πρώτου έργου ενισχύθηκε από το γεγονός ότι ένας σχεδόν ίδιος πίνακας κρέμεται σε αίθουσα της μόνιμης συλλογής της Πινακοθήκης Tate Modern στο Λονδίνο. Είναι το έργο του Βρετανού καλλιτέχνη Μέρεντιθ Φράμπτον και έχει τίτλο «Marguerite Kelsey». Στη δεύτερη περίπτωση ο πίνακας αποσύρθηκε ύστερα από παρέμβαση του ίδιου του καλλιτέχνη, ο οποίος δήλωνε ότι δεν θα μπορούσε να ζωγραφίσει το λιμάνι της Μασσαλίας, αφού δεν το είχε επισκεφθεί ποτέ. Η υπεύθυνη του οίκου Bonhams στην Ελλάδα Τερψιχόρη Αγγελοπούλου τόνισε σε επικοινωνία μας ότι το έργο «Η κυρία στα λευκά» με την υπογραφή του Δημήτρη Γαλάνη είχε αποσυρθεί για να εξεταστεί η αυθεντικότητά του. Στη συνέχεια πληροφορήθηκε ότι το ίδιο έργο πουλήθηκε τελικά από τον ιδιοκτήτη του. «Εμείς είχαμε κάνει ό,τι έπρεπε να γίνει πριν το δημοπρατήσουμε. Το εξετάσαμε και είχαμε συμβουλευτεί ιστορικό τέχνης, που ειδικευόταν στον Γαλάνη, ο οποίος μας είχε επιβεβαιώσει τη γνησιότητά του. Μόλις ξεκίνησε η φασαρία με την αμφισβήτησή του, το αποσύραμε για να διερευνήσουμε την υπόθεση. Το έργο όμως δεν ανήκει σε μας», τονίζει. Τα δικά μας ερώτηματα είναι μάλλον εύλογα: ο ιδιοκτήτης του έργου, που το μεταπώλησε τόσο γρήγορα, διερεύνησε τελικά την αυθεντικότητά του; Εκείνος που το αγόρασε, το αγόρασε ως έργο του Δ. Γαλάνη ή ως κάποιου άλλου, άγνωστου σε όλους ζωγράφου; Η Τερψιχόρη Αγγελοπούλου επισημαίνει, τέλος, ότι σε κάθε δημοπρασία γίνονται οι απαραίτητοι έλεγχοι για τη γνησιότητα κάθε έργου. Αν όμως σε πέντε χρόνια από την πώληση ενός έργου αποδειχθεί η πλαστότητά του, ο οίκος δημοπρασιών είναι υποχρεωμένος από το νόμο να επιστρέψει τα χρήματα στον αγοραστή του. Τα πλαστά έργα που φτάνουν, πάντως, προς αξιολόγηση στους οίκους δημοπρασιών, είναι δεκάδες σύμφωνα με την ίδια. «Το 95% από αυτά καταλαβαίνεις σχεδόν αμέσως ότι είναι πλαστά και τα απορρίπτεις». Αμφισβήτηση της γνησιότητας έργου τέχνης σε μεγάλη δημοπρασία συνδέεται και με το έργο του Κωνσταντίνου Παρθένη «Η Παναγία με το Χριστό», που αγόρασε το 2007 από τον οίκο Sothebys στο Λονδίνο ο εφοπλιστής Διαμαντής Διαμαντίδης. Η υπόθεση βρίσκεται στα δικαστήρια. Γιάννης Μόραλης Οι αντιγραφείς είχαν πλαστογραφήσει ακόμη και τον γραφικό χαρακτήρα του Ο Γιάννης Μόραλης ήταν από τους ζωγράφους που είχαν συναντηθεί με κάποια πλαστά έργα τους. «Οταν τα έβλεπε, άναβε ολόκληρος και κόντευε να πάθει εγκεφαλικό», λέει η γκαλερίστα του, Πέγκυ Ζουμπουλάκη, η οποία σε συνεργασία με το Μορφωτικό Ιδρυμα της Εθνικής Τράπεζας έχει αναλάβει την καταγραφή και ψηφιοποίηση ολόκληρου του έργου του. Ο ζωγράφος τής άφησε, μάλιστα, στη διαθήκη του κι ένα γράμμα ζητώντας της να προστατεύσει το έργο του και από τα πλαστά. «Με ενδιαφέρει να μην κυκλοφορούν πλαστά έργα του Μόραλη, αλλά δεν με ενδιαφέρει καθόλου να κυνηγήσω τους πλαστογράφους. Δεν είναι δική μου δουλειά, αλλά καθήκον της πολιτείας. Αν και το κράτος δεν έχει ουσιαστικά καμιά υπηρεσία που να πιστοποιεί την αυθεντικότητα των έργων τέχνης και απαγορεύει στην Εθνική Πινακοθήκη να δίνει certificat γνησιότητας», τονίζει η ίδια. Οι αντιγραφείς του Γιάννη Μόραλη είχαν φτάσει στο σημείο να πλαστογραφούν και τον γραφικό του χαρακτήρα για να σημειώνουν πάνω σε πλαστά έργα τη φράση: «Είναι γνήσιο, έργο δικό μου», ως ιδιόχειρη δική του σημείωση. Είχαν εκδώσει, μάλιστα, και σφραγίδα του ζωγράφου για να μοσχοπουλήσουν πλαστά έργα, ενώ είναι πασίγνωστο ότι ο ίδιος δεν είχε ποτέ σφραγίδα. Η πιο τρανταχτή περίπτωση πλαστογραφίας έργου του ήταν ένας πίνακας που αποτελούνταν από την αντιγραφή δύο διαφορετικών θεμάτων: ο μισός ήταν αντίγραφο του πίνακα «Νησί» που βρίσκεται στο γραφείο του πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου και ο άλλος μισός, αντίγραφο του πίνακα «Πανσέληνος Κ», που βρίσκεται σε ιδιωτική συλλογή.

Προσεχώς δραχμή…

Γράφει ο Δευκαλίων Τελείωσε λοιπόν το PSI+ την Πέμπτη το βράδυ 8 Μαρτίου με κυβερνητικούς διθυράμβους για πρωτοφανή επιτυχία που θα οδηγήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα νομοτελειακά στο τέλος της κρίσης κ.λ.π. Είναι όμως έτσι;... ...Ή για μία ακόμα φορά ζούμε το ίδιο έργο που ζήσαμε πολλές φορές στο παρελθόν; Δηλαδή τους κυβερνητικούς που πανηγύριζαν αλλά μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα να παραδέχονται ότι έκαναν λάθος και να μας ζητάνε καινούργιες θυσίες. Κατ’ αρχάς πρέπει να τονίσουμε το εξής: Η αναδιοργάνωση χρέους είναι η κόκκινη γραμμή για όσους αντιμετωπίζουν κρίση χρέους και δανεισμού. Όταν αποφασίζεις και υλοποιείς αναδιοργάνωση χρέους πρέπει να είσαι σίγουρος ότι μετά θα ακολουθήσεις ανοδική πορεία. Δεν έχεις δηλαδή αλλά βήματα προς τα πίσω. Αν χάσεις την ευκαιρία της αναδιοργάνωσης του χρέους σε περιμένει η πιο σκληρή, η πιο απάνθρωπη, η πιο βάρβαρη χρεοκοπία. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο και δεν ασχοληθήκαμε επί μακρόν και αναλυτικά με την υλοποίηση του PSI+ στο στάδιο του σχεδιασμού και της εφαρμογής του. Καταθέσαμε τις γενικές απόψεις μας, υιοθετήσαμε και τις απόψεις του υπουργείου για το όριο συμμετοχής (μεγαλύτερη του 75%) των ιδιωτών στο PSI+ προκειμένου να μην θεωρηθεί πιστωτικό γεγονός (credit event) η ενεργοποίηση των ρητρών συλλογικής δράσης (cac’ s). Το έχουμε πει και θα το ξαναπούμε. Με τους νέο-φιλελεύθερους δεν είναι να παίζει κανείς. Είναι ικανοί να σου φορτώσουν την αποτυχία τους γιατί τους στραβοκοίταξες. Τώρα όμως που τελείωσαν όλα θα πάρουμε θέση βάσει των πραγματικών δεδομένων. Το PSI+ βάσει της συμφωνίας της 26ης-27ης Οκτωβρίου ήταν μία πρόταση εθελοντικής ανταλλαγής ομολόγων μεταξύ ιδιωτών πιστωτών-ομολογιούχων και ελληνικού κράτους. Ήταν δηλαδή μία «φιλική» αναδιοργάνωση χρέους. Στόχος η μείωση του χρέους κατά περίπου 100 δις ευρώ με εθελοντική συμφωνία των πιστωτών. Η μείωση του χρέους μπορεί μεν να φτάσει κοντά στο επιθυμητό στόχο (105 δις ευρώ) αν δεχθούν να ενταχθούν έως 23 Μαρτίου Ομολογιούχοι που κατέχουν ομόλογα ύψους περίπου 30 δις ευρώ τα οποία δεν διέπονται από Ελληνικό Δίκαιο. Ταυτόχρονα όμως τα δάνεια που πρέπει να πάρει το Ελληνικό Κράτος προκειμένου να στηρίξει τα ασφαλιστικά ταμεία και την επανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος είναι περίπου της τάξης των 40 δις ευρώ και λογικά θα πρέπει να αφαιρεθούν από την προσδοκώμενη λόγω PSI+ μείωση του χρέους. Σε πάρα πολύ απλά μαθηματικά: 100 δις ευρώ - 40 δις ευρώ = 60 δις ευρώ. Δηλαδή για 2 ολόκληρα χρόνια η παγκόσμια οικονομία αναστατώθηκε, ο ελληνικός λαός μάτωσε και πόνεσε για να «κουρευτεί» το Δημόσιο Χρέος κατά περίπου 60 δις ευρώ «καθαρά». Ήτοι καθαρό κέρδος από το 2015 και έως το 2042 περίπου 3 δις ευρώ ετησίως από πληρωμές τόκων. Η συμφωνία τελικά δεν ήταν εθελοντική αφού ο ISDA θεώρησε την ενεργοποίηση των cac’ s επί των ομολόγων που διέπονται από το Ελληνικό Δίκαιο πιστωτικό γεγονός (credit event). Η στήλη είχε υιοθετήσει την θέση του Υπουργείου και των περισσότερων διεθνών αναλυτών που θεωρούσαν ότι η ενεργοποίηση των cac’ s δεν θα θεωρούνταν πιστωτικό γεγονός (credit event) από το ISDA αν η συμμετοχή ήταν μεγαλύτερη του 75% σε κάθε έκδοση ομολόγων. Τα πραγματικά δεδομένα λοιπόν είναι τα εξής: Η Χώρα χρεοκόπησε επισήμως και με την βούλα του ISDA για να κουρευτεί ένα μικρό μόνο μέρος του χρέους, αφού σε «καθαρή» θέση το χρέος μειώνεται περίπου κατά 60 δις ευρώ. Οι επιπτώσεις από αυτήν την χρεοκοπία δεν είναι δυνατόν να περιγραφούν ούτε κατά προσέγγιση αυτή την στιγμή αλλά σίγουρα δεν θα είναι αμελητέες. Η στήλη από τις 31 Αυγούστου 2011 στο άρθρο με τίτλο: «Σύντροφοι γράψτε το για να τοθυμάστε. Η ύφεση εφέτος θα είναι μεγαλύτερη από 7%» είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου. Τελικά και πάλι τα επίσημα στοιχεία την επιβεβαίωσαν αφού η ύφεση το Δ΄ τρίμηνο του 2011 έτρεξε με 7,5%. Όποιος λοιπόν πιστεύει ότι η Ελληνική Οικονομία -έστω και αν βγει από τον κύκλο της ύφεσης το Β΄ εξάμηνο του 2013 όπως πιστεύουν και διακηρύττουν οι κυβερνητικοί- θα μπορεί από το 2015 να εξυπηρετεί χρέος περίπου 500 δις ευρώ, ήτοι να πληρώνει κάθε χρόνο περίπου 20 δις ευρώ για τόκους, είναι πολύ μακριά νυχτωμένος. Οι αριθμοί και τα πραγματικά γεγονότα δίνουν την απάντηση. Η μεγάλη ευκαιρία της αναδιοργάνωσης του Χρέους χάθηκε στο οικονομικό πεδίο και η χώρα θεωρείται χρεοκοπημένη στο θεσμικό. Μας μένει μόνο μία ακόμα ευκαιρία η οποία μάλλον στο θεωρητικό πεδίο πρέπει να αναζητηθεί: Η αναδιοργάνωση του Χρέους που βρίσκεται υπό Αγγλικό Δίκαιο (περίπου 70 δις ευρώ) και των δανείων της Τρόικα (περίπου 70 δις ευρώ) μέσα στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Διαφορετικά η εξέλιξη είναι προδιαγεγραμμένη από τα ίδια τα γεγονότα και την δυναμική των δημοσιονομικών μεγεθών. Προσεχώς δραχμή! Αναρτήθηκε από istosblog